27 Μαΐ 2018

Ο Τεταρτιάτικος καφές, ο Θεσσαλονικιός ο μπαιπασάτος.

Επιτέλους μετά από ούτε κι εγώ δεν ξέρω πόσο καιρό κατάφερα να κλέψω μισή μέρα κόβοντας 4 ώρες από τη δουλειά και τακτοποιώντας την κάθε εκκρεμότητα για να ξεσκάσω λίγο με τον τρόπο που μας κάνει όλους να εξηγούμε τον λόγο ύπαρξης μας.
Κανόνισα να γίνει Τετάρτη που πέφτει με τον καθιερωμένο καφέ στο φιλόξενο χώρο του ΜΟΘ, ο καιρός ήταν ευνοικός, ετοίμασα το μηχανάκι από την προηγούμενη και πήγα στη δουλειά.
Την διαδρομή για Θεσσαλονίκη είπα να την κάνω λίγο πιο πικάντικη οπότε εφάρμοσα την μέθοδο του μπάι πας εφόσον υπήρχε ο χρόνος και η διάθεση.
Ξεκίνημα στις 12 με προορισμό το Bansko να δούμε λίγο χιονάκι μιας και μας έλειψε.
Έγινε η καθιερωμένη στάση για καύσιμα στο Gotse Delchev και από κει και πέρα μέσα από ένα ανοιξιάτικο τοπίο καρφί για Bansko.





Ο καιρός ήταν πολύ καλός και σε συνδυασμό με το τοπίο καταλάβαινες ότι η καλοκαιρινή σαιζόν έφτασε. Ζέστη υπήρχε όσο χρειαζόταν χωρίς να σε κάνει να σκας, γενικά ήταν η καλύτερη κατάσταση που θα μπορούσε να υπάρχει.
Βέβαια σε λίγο όλα αυτά αντικαταστάθηκαν από λίγο άγχος, φτάνοντας στο Bansko




βλέποντας μία απειλητική μαυρίλα που κατά πάσα πιθανότητα θα με σταματούσε για να βάλω αδιάβροχα.



Μόλις μπήκα στο Bansko χαλάρωσα αλλά τα σύννεφα δέσποζαν απειλητικά πάνω από τις χιονισμένες βουνοκορφές των Pirin.



Η πόλη έρημη με έργα να γίνονται παντού αναμένοντας την θερινή σαιζόν μια και η περιοχή δεν προσφέρεται μόνο για χειμερινές δραστηριότητες.


Σκοπός μου ήταν να ανέβω στο Vihren και να κάτσω στο Camp Banderitsa μια και ήταν το μόνο ενδιαφέρον εκείνη την περίοδο στην περιοχή.
Μόλις βγήκα από την πόλη και άρχισα να ανεβαίνω το τοπίο έγινε ακόμα πιο (ειν` ωραία εδώ)!



Ώσπου έκαναν την εμφάνιση τους τα πρώτα χιόνια.





Μόλις έφτασα στην Banderitsa καθησυχάστηκα όταν την είδα ανοιχτή. 



  
Κάθομαι, παραγγέλνω φαγητό και παράλληλα πιάνω κουβέντα με τον σερβιτόρο για το που θα πάει διακοπές το καλοκαίρι, και με βάζει να αναλύσω όλες τις παραλίες της Καβάλας. Εντωμεταξύ ο καιρός βαραίνει. Ώσπου πέφτει μία σταγόνα στον ώμο μου, μία στο τραπέζι κι αυτό ήταν, άνοιξαν τα πάντα από πάνω και είχα μπροστά μου το πρώτο υδρόψυκτο Τατάρ Κιοφτέ του κόσμου. 
  
Τρέχαμε σαν τρελοί να κουβαλήσουμε τα πράγματα μέσα μπας και τα σώσουμε και αντικρίζω αυτό!


Δυστυχώς όμως έπρεπε να αρχίσω να κατεβαίνω για να είμαι στην ώρα μου στη Θεσσαλονίκη.



Το κομμάτι από το Bansko ως το Simitli είναι ευχάριστο γιατί έχει ένα αξιοπρεπές υψόμετρο και περνάς μέσα από το δάσος.







Από το Simitli μπήκα στον κάθετο άξονα που πάει για Σόφια και άρχισα να κατηφορίζω προς Sandanski και σύνορα Προμαχώνα. Το μόνο σχετικά αξιόλογο κομμάτι της διαδρομής είναι το .
πέρασμα της Κρέσνας







Από εκεί και πέρα τα πάντα ήταν βαρετά με την ζέστη να κυριαρχεί και την επιθυμία μου να φτάσω να αυξάνεται συνεπάγοντας υψηλές ταχύτητες στο απίστευτο καινούργιο κομμάτι που ενώνει την Θεσσαλονίκη με τις Σέρρες. Επιτέλους έφτασα στην ώρα μου στο ΜΟΘ αντικρίζοντας τον πρόεδρο να ανεφοδιάζει με μπύρες για την αποψινή βραδιά.


Μετά από μπόλικο χαβαλέ, μπυροποσία πείραγμα και ανταλλαγές απόψεων για τόπους, χρόνους και σίδερα, δυστυχώς ήρθε η δυσκολότερη ώρα της ημέρας, αυτής της επιστροφής γιατί έχουμε και δουλειά αύριο. Φυσικά η διαδρομή ακόμα και μεταμεσονύκτια ήταν vintage από τον παλιό δρόμο αποφεύγοντας την βιομηχανοποιημένη Εγνατία και ρολλάροντας αρμονικά στις ανοιχτές στροφές της παραλιακής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε ενα σχόλιο