28 Φεβ 2018

Τιτιβίσματα Άλπεων… (Με αεροπλάνα και βαπόρια και πρωταγωνιστή το Fazer) Part 2

 Ημερα 11 Τεταρτη 09 - 08 - 2018


Ξυπνάμε το πρωί χωρίς να βρέχει και με υπόνοιες, ηλίου. Μπαίνουμε στο ίντερνετ και βλέπουμε ότι ο καιρός προς Ιταλία είναι ναι μεν σκατά, αλλά θα έχει και κάποια διαστήματα ηλιοφάνειας κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τώρα που να πάμε, καλά κάτσε να πιούμε καφέ και θα το σκεφτούμε.

Κατεβαίνουμε κάτω 6.45 ενώ το πρωινό σερβιριζόταν στις εφτά. Στο εστιατόριο ήταν ένας ευγενέστατος κύριος και μας λέει.

 – Αν θέλετε μπορώ να σας κάνω καφέ παρότι δεν ανοίξαμε.
– Και το ρωτάς.








Φυσικά είχε και ένα τεράστιο μπουφέ με τα πάντα όλα και εμείς μετά το πρώτο τσιγάρο της ημέρας, ξεκινήσαμε τις επιδρομές. Ανα τακτικα χρονικά διαστήματα ερχόταν το παλικάρι και μας έλεγε.

– Είστε ευχαριστημένοι έχουμε και εξαίσια κούρασαν, μην τα αμελήσετε.
– ??
– Κάτι άλλο να σας φέρω, λίγο τσάι μήπως.
– ??
– Όχι μην πίνεις άλλο από τον καφέ σου έχει κρυώσει, θα σου φέρω φρέσκο.
– ??

Μα ποιοι είμαστε τελοσπάντων!

Μετά από τέσσερις καφέδες αποφασίσαμε να πάμε τελικά Ιταλία και βρήκαμε, ένα σχετικά καλό ξενοδοχείο κάπου σε ένα χιονοδρομικό θέρετρο, που βόλευε…

 Όσο έτρωγε η Ανθή λέω να πάω να βάλω βενζίνη που ήταν 300 μετρα πιο κάτω, για να φύγουμε με τη μία. Ξεπαρκάρω το φέιζερ περνάω μπροστά από κάποιους εργάτες που καναν έργα  οδοποιΐας μπροστά στο ξενοδοχείο, ξεκινάω και πετάγεται το παλικάρι.

– Τη γυναίκα σου εδώ θα την αφήσεις.

Φουλάρω το μηχανάκι γυρνάω πίσω και μου έχετε αναλαμπή, να λαδώσω γρήγορα γρήγορα την αλυσίδα τώρα εν ωρα λειτουργίας του κινητήρα ώστε, να μην χρειαστεί να το ξανα αναψω αλλά και να βιαστω, μην και τυχόν ανάψει αχρείαστα το βεντιλατέρ και το ζορίσω… βλακείες!!!

Σταματάω με ορμή πηδάω από το μηχανάκι σαν νιντζα, σε μια κάπως κατηφορική κλίση του δρόμου και με το που προσγειώνομαι, συνειδητοποιώ ότι ξέχασα να ανοίξω τον πλαγιοτατή και φυσικά… Σωριάστηκα! Πόσο μαλάκας είμαι! Το φειζερ να είναι κάτω πλακώνοντας μου το πόδι και να είμαι ακινητοποιημένος. Αστραπιαία έρχονται οι εργάτες να σηκώσουν το μηχανάκι και εμένα, τρέχει και η Ανθή.

– Καλά τι έπαθες.
– Ξέχασα να ανοίξω τον πλαγιοστατη.
– Είσαι καλά.
– Ναι…

Κοιτάω το μηχανάκι είχε σβήσει, πάω να το βάλω μπρος και να ανάβουν όλα τα λαμπάκια από το καντράν. ΩΧ! Πατάω μίζα τίποτα! Κλείνω και ξανανοίγω το τον διακόπτη ξαναπατάω μίζα, με δυσκολία πήρε… Ουφ ευτυχώς! Το κοιτάω δεν έπαθε τίποτα.

– Νίκο καλά είσαι.
– Ε.. λίγο το πόδι μου πονάει αλλά σιγά.

Έτσι είναι όποιος βιάζεσαι σκοντάφτει…

Βρε καλά δεν λες που δεν έπαθε τίποτα το φέιζερ στην Ελβετία... Μιλάμε θα μας ξύριζαν! Σε συζήτηση που κάναμε με τον ηλεκτρολόγο όταν γυρίσαμε μου είπε, ότι ένας γνωστός του για να αντλήσει τη βενζίνη από το ρεζερβουάρ (Σίγουρα μαλακία θα έκανε!) πλήρωσε 850 €. Αλλος για να βάλεις μπαταρία στο ρόλοι του ζήτησαν 70… Φυσικά βέβαια και δεν έβαλε, αλλά λέμε τώρα!! θα τους αφήναμε το φέιζερ και θα γυρνούσαμε με τα πόδια.

Πληρώνει η Ανθή το ξενοδοχείο

-         - 85 έδωσες
-        -  Οχι 95…
-        -  Γιατί, αφού 85 ήταν η κράτηση…
-         - Μας χρέωσαν και δέκα  ευρώ τους καφέδες, γιατί δεν σερβιριζόταν ακόμα το πρωινό
-         - Για δεκαπέντε λεπτά…
-         - Ναι!!

Ωχ ωραίο ήταν και αυτό…

Αφού ψιλό ηρέμησα από το σοκ της βουτάς, κούτσα κούτσα φόρτωσα τα τελευταία πράγματα στο μηχανάκι και ξεκινήσαμε, με τον καιρό ευτυχώς να ανοίγει.


Ξεκινάμε για το Ofenpass μπαίνουμε σε μία κυκλική διάβαση και στρίβουμε αριστερά τότε, σταματάμε μπροστά σε ένα σταθμό διοδίων.

Τι είναι παλι αυτό… Ρωτάει άνθη.

– Από εδώ παίρνετε τρένο όπου φορτώνεται το μηχανάκι και σας περνάει από την άλλη πλευρά του βουνού.
– Και πόσο κάνει.
– 19 €.

Ναι ρε το ήξερα… Οταν θέλαμε να φύγουμε από το Lauterbrunnen για να γυρνούσαμε στο ξενοδοχείο θεωρητικά, θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε ευθεία και όχι να κάναμε ολο το δρόμο πίσω. Αλλά κοιτώντας πιο προσεκτικά το χάρτη είδαμε, ότι δεν είχε δρόμο παρά μόνο μία  ευθεία γραμη και υποθέσαμε, οτι είναι τρένο. Και κάπου είναι λογικό γιατί το χειμώνα όταν κάποια περάσματα στα βουνά θα είναι αποκλεισμένα, ο κόσμος πως θα μπορεί να μετακινηθεί από το ένα μέρος στο άλλο αφού σε πολλά σημεία της Ελβετίας, δεν υπάρχουν  κεντρικές αρτηρίες… Παρά μόνο με το τρένο.

Το σκέφτομαι… Γούσταρα να μετακινηθούμε και με αυτόν τον τρόπο όταν όμως,  πετάχτηκε  η κοπέλα και μας είπε.

– Καλύτερα να μην κόψετε εισιτήριο γιατί έτσι, δεν θα ανεβείτε τα πάσα.

Με μετέπεισε.

Ξαναγυρνάμε πίσω στον κυκλικό κόμβο παίρνουμε, άλλη έξοδο και μετά από λίγα χιλιόμετρα άρχίσαμε να ανεβαίνουμε προς το fluela pass. 








Να και ένα πάσο έκπληξη που ούτε καν ήξερα ότι υπάρχει. Με το τοπίο να είναι άγονο και τα βουνά να είναι καλυμμένα με ένα στρώμα από καταπράσινο χορτάρι, φτάνουμε στην κορυφή όπου είχε και μια αλπική  λίμνη. Με την ανθη να με λει ότι από στιγμη σε στιγμη περιμενε να εμφανιστη ο Ragnar (Από την τηλεοπτική σειρά Βίκινγκς) Πίσω από καμιά βουνοπλαγιά…


Σταματώντας να βγάλουμε κλασικά φωτογραφία την πινακίδα, ακριβώς από πίσω μας σταματάει ένα ζευγάρι μεσήλικων μοτοσικλετιστών και πιάσαμε συζήτηση.

– Από που είστε ρε παιδιά.
– Από Βέλγιο, εσείς
– Ελλάδα
– Σώπα ρε στην Ελλάδα ήμασταν διακοπές
– Σας άρεσε
– Μόνο!
– Που πήγατε στα νησιά
– Οχι αν θα θέλουμε πολύ να πάμε αλλά φέτος, περιηγηθήκαμε στην Στερεά Ελλάδα

Φυσικά εγώ καιγόμουνα να κάνω την κρίσιμη ερώτηση… Μέχρι που την πέταξα

– Τι σας αρέσει πιο πολύ, Ελβετία η Ελλάδα
– Η Νορβηγία!!!! Πανέμορφη!!!

 Με κούφανε αλλά εγώ επέμενα

– Τι σας αρέσει ομως πιο πολύ, Ελβετία η Ελλάδα
– Κάθε χώρα έχει τη δικιά της ομορφιά… Και οι δύο!!

 Κοίταξε να δεις που έπεσα και σε πολιτικούς μηχανόβιους, αλλά δεν παύει φυσικά να έχουν και δίκιο

Κατεβήκαμε απο το μονοπατι...



 Κάτω στη λίμνη να χαζέψουμε το τοπίο...






Όσο ήμασταν στις όχθες της, είδαμε να καταφτάνουν πολλά τουριστικά λεωφορεία που μετέφεραν υπερήλικες ταξιδιώτες με την χαρά τους να είναι απερίγραπτη, εφάμιλλη με τη δικιά μας. Αυτό που κατάλαβα είναι, ότι τα απωθημένα που έχει ο κάθε άνθρωπος κάποια στιγμή στη ζωή του με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα τα πραγματοποιήσει, το θέμα τελικά δεν είναι το αν αλλά το πότε. 

Ξεκινήσαμε...



Κατεβήκαμε  το βουνό πιάσαμε πιο κεντρικές αρτηρίες και με το που βρήκαμε μία στάση λεωφορείου


 Κάναμε στάση για καφέ.


Μέχρι που ο δρόμος ξανά στένεψε και πάλι για να ανέβουμε το Ofenpass δίχως να το αποθανατίσουμε και μετέπειτα, το  Umbrail pass χωρίς να κατέβουμε απ'το μηχανάκι παρά μόνο
 

Για μία στιγμιαία φωτογραφία.

Και μετά από λίγα λεπτά περάσαμε τα σύνορα με την Ιταλία και προσγειωθήκαμε, στο Stelvio… Τρέλα! Φτάσαμε σε μία διχάλα που ευθεία σε ανέβαζε στην κορυφή αλλά εμείς επιλέξαμε να πάρουμε τη δεξιά κατηφορική πορεία του δρόμου, για να μεταβούμε στο Μπόρμιο. Με τις αναμνήσεις να οργιάζουν μια σου που πριν δύο χρόνια, ήμασταν και τότε εκεί.

 Περάσαμε τον καταρράκτη που είχαμε συμπληρώσει λάδια στο φειζερ.


Διασχίσαμε αμέτρητα τούνελ που σκέπαζαν το δρόμο...


Περάσαμε από μία καφετέρια που είχαμε κάνει στάση, για να ξεκουραστούμε λιγάκι.


Μέχρι που φτάσαμε στο χωριό. Βρήκαμε ένα παγκάκι να ξεκουραστούμε λιγάκι και ξεκινήσαμε για το Gavia



 
Το τοπίο από όσο θυμάμαι καθώς ανηφορίζαμε το πάσο έμοιαζε λίγο με Ελλάδα... Με την αραιή θαμνώδη βλάστηση το άγονο, γκρίζο - κοκκινωπό τοπίο.


Τα αγελάδα που βόσκαν στις πλαγιές του βουνού με την άσφαλτο, να μου θυμίζει την πατρίδα ακόμα πιο πολύ.


Ο δρόμος ήταν σκασμένος γεμάτος αυλακώσεις με τεράστιες λακκούβες που δέσποζαν, σαν κρατήρες στη μέση της ασφάλτου και εγώ να κάνω σλάλομ με το μηχανάκι πότε δεξιά πότε αριστερά στο δρόμο, μπας και δεν καρφωθούμε πουθενά μέσα. 

Με την Ανθη να φωνάζει...

 – Τι κατσικόδρομος είναι αυτός!

Μέχρι που φτάσαμε στην κορυφή...


Ακέραιοι ευτυχώς!






Τρελή εντύπωση πάντως με έκανε ότι ενώ έχει σχετικά καλό καιρό δεν είδαμε σχεδόν καθόλου μηχανές στο βουνό, αλλά σε λίγο θα έπαιρνα την απάντηση μου! 

 
Ξεκινάμε για κάτω με ψιλόβροχο  περάσαμε την αλπική λίμνη  και με το που στρίψαμε πίσω από το βουνό, κοκαλώσαμε!

Ο δρόμος να είναι θεοστενός και να πηγαίνει σύριζα με το γκρεμό, μέσα από αλλεπάλληλες κλειστές φουρκέτες. Ένα λάθος και δεύτερο δεν θα προλάβαινες  να κάνεις. Εγώ φυσικά να πηγαίνω τσουλώντας το μηχανάκι και όλο να σκέφτομαι την Ανθή, οτι θα τα έχει τινάξει.

– Ανθή φοβάσαι
– ΟΧΙ ΡΕ… Τοσο σιγά που πας!.

Μετά από μία στροφή στο χείλος της αβύσσου πετυχαίνουμε μία παρέα από αυτοκινούμενα, σταματάω ακαριαία  το μηχανάκι μιας και δεν χωρούσαμε… Φαντάσου! Το αυτοκινούμενο κάνει οπισθογωνια  δίπλα από το γκρεμό για να μου δώσει, λίγα εκατοστα ασφάλτου... Και με ρωτάει μια μεσήλικη κυρία.

– Έχει πολύ ακόμα.
– Ναι.
FackFackFACK!!
Σας αρέσει.
– Beautiful but Hel!

Μία κόλαση στους δρόμους του παραδείσου… Για αυτό μάλλον δεν είχε πέραση αυτό το πάσο για πολλούς μοτοσικλετιστές, παρά είναι επικίνδυνο για τα δικά τους δεδομένα… Και όντως έκανα τόσο μελέτη και πήγα στη Γαλλία για να κάνω τους πιο επικίνδυνους δρόμους των Άλπεων και τελικά, το Gavia υποσκέλισε τα πάντα. Bρε ευτυχώς δε λες που δεν μας έπιασε παραπάνω, βροχή πάνω στο βουνό, γιατί άντε μετά  κατηφόρισε το.  


Κατέβηκαμε το βουνό περάσαμε και κάποια άλλα πιο μικρά πάσα μέσα στη βροχή μέχρι που απόγευμα πια, φτάσαμε στο χιονοδρομικό που ήταν το ξενοδοχείο. Άντε βρες το τώρα! Το καλό ήταν ότι στο χάρτη φαινοταν ότι ήταν πάνω σε κεντρικό οπότε, δεν θα ζοριζομασταν κιόλας ! Ναι καλά, διασχίζουμε το χιονοδρομικό το ξενοδοχείο πουθενά. Κάνουμε αναστροφή, τίποτα!

– Ανθή πανέ ρωτά γιατί δεν μας βλέπω καλά.

Πάει η Ανθη σε ένα γραφείο προς ενημέρωση των τουριστών, μπαίνει μέσα και ενώ ήταν η μοναδικη  πελάτης, η  υπαλληλος να την αγνοεί παντελώς. Μετά από πόση ώρα την ρωτάει φυσικά στα αγγλικά, που είναι το αόρατο ξενοδοχείο και αυτή, της απαντάει στα ιταλικά.

– Στα αγγλικά θα μου πεις!

Μιλάμε τις άναψαν τα λαμπάκια, μα ΤΟΣΟ  αγένεια ποια!! Λες και μας κάνουν χάρη που πηγαίνουμε στα μέρη τους για διακοπές… Αλλά τα ευρώ μας, ξέρουν να τα δέχονται με ευχαρίστηση! Καμία σχέση το επίπεδο επαγγελματικής ευσυνειδησίας ανάμεσα σε Ελβετία και Ιταλία, μα καμία!!!

Τελοσπάντων με αρκετή δυσφορία, την εξηγεί που είναι το ξενοδοχείο και ξεκινάμε. Καλά μιλάμε εκεί που ήταν ούτε αύριο δεν θα το βρίσκαμε μιας και βρισκοταν, σε ένα παράδρομο του κεντρικού… Τρέχα γύρευε δηλαδή! Παρκάρω ακριβώς μπροστά, πάμε να κάνουμε τσεκ - ιν.

– Σας πειράζει να αφήσω το μηχανάκι μπροστά στο ξενοδοχείο.
– Γιατί δεν το βάζεις στο κλειστό πάρκινγκ.

Τελειότητα! Εντάξει το  ξενοδοχείο μπορεί να ηταν μάπα αλλά μας πρόσφερε την πιο σημαντική υπηρεσία, κλειστό παρκινγκ για το φειζερ. Πάω να παρκάρω το μηχανάκι και το κατεβάζω, από ένα κατηφορικό γεμάτο διάσπαρτες πέτρες σοκάκι και για να το βάλω στο γκαράζ, έπρεπε να το πλαγιάσω σε στροφή 90 μοιρών πάνω από τα κοτρόνια. Οι ρόδες να γλιστράνε πάνω από τις πέτρες, εγώ να σφίγγομαι και φτάνοντας στην είσοδο...Ενας σκύλος να μου γλυκοκοιτάει το πόδι σαν μπριζόλα. Αλλά ευτυχώς τα κατάφερα!

Ανεβαίνουμε στο δωμάτιο δεν έλεγε και πολλά, τουλάχιστον όμως είχε  ένα μικρό μπαλκονάκι και κατευθείαν, βγήκαμε για καφέ και τσιγάρο. Μετά από λίγο βέβαια ξανά χωθήκαμε μέσα γιατί, ψοφήσαμε από το κρύο! 

Τώρα που θα φαμε.

– Ανθή  αν είναι πάμε  γιατί περνάει η ώρα (19.00). Και σε λίγο μπορεί να κλείσουν
– Να εδώ έχει μία πιτσαρία στα 800 m
– Που το ξέρεις
– Το είδα στο internet.

Βγαίνουμε έξω με βροχή και με το Google Maps πάμε καρφί στην πιτσαρία. Α ρε τεχνολογία.... Εντάξει σαν μέρος το χιονοδρομικό ήταν άθλιο.





Αλλά τουλάχιστον φάγαμε καλά.


Χτυπήσαμε και γλυκάκι


Όσο ήμασταν στην παραδοσιακή αλλά για τα ελληνικά δεδομένα, παρακμιακή πιτσαρία. Ακριβώς από δίπλα μας ήταν μια οικογένεια γύρω στα 40, με το δεκάχρονο παιδί τους. Οσο κάτσαμε δεν αντάλλαξαν κουβέντα ενώ και οι τρεις, ήταν αποσβολωμένοι στα προσωπικά κινητά τους … Μιλάμε για στιγμές, απέραντης οικογενειακής ευτυχίας.
Ενώ από την άλλη πλευρά ήταν μία παρέα εργένηδων και κατέβαζαν τις μπύρες κατά ριπας,  την μία πίσω από την άλλη. Πολύ αλκοόλ στο εξωτερικό, όλοι πίνουν σαν ζώα!

Κοντά στις εννιά και ενώ ήταν ακόμα μέρα, βγαίνοντας από την πιτσαρία τα πάντα είχαν ερημώσει και έξω δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Οπότε αναγκαστικά γυρίσαμε στο ξενοδοχείο! Αυτό είναι το χειρότερο για εμάς τους Ελληνες που ταξιδεύουμε στην Ευρώπη ότι δηλαδή, η κοσμική ζωή έξω από τα τείχη της χώρας μας τελειώνει ακόμα πιο νωρίς, και από τα ωράρια ενός εφτάχρονου παιδιού… Πως το λένε, να γυρίσεις προτού νυχτώσει … Ε στην Ευρώπη γυρνάς πολύ προτού βραδιάσει.

Βάλαμε μονάδες στο κινητό για να έχουμε ίντερνετ μιας που η πολιτική των παροχών κινητής τηλεφωνίας ορίζει, ότι για να ειναι σε λειτουργία τα δωρεάν σου αγορασμένα προγράμματα συνομιλίας, πρέπει να έχεις και υπολειπόμενα λεφτά στο λογαριασμό σου. Λεφτά βάλαμε αλλά και πάλι ίντερνετ δεν είχαμε και πήραμε τη wind, όπου μας είπε ότι θα πρέπει να κάνουμε και επανεκκίνηση το κινητό… Τι μαθαίνει κανείς!

Νύχτωσε πια έξω έβγαλε ψοφοκρυο  και μας έπιασε καταιγίδα. Βγαίνουμε στο μπαλκόνι και να χαζεύουμε τις αστραπές που ανά δευτερόλεπτα τεμάχιζαν το θεοσκότεινο ουρανό,  με τις βροντές να αντανακλούν στα βουνά σαν βόμβες… Δέος!



Για να δούμε πως θα ταξιδέψουμε και αύριο…

Ημερα 12 Πεμπτη 10 - 08 - 2018


Ξυπνήσαμε το πρωί με την κλασική αγωνία για τον καιρό, ευτυχώς είχε ήλιο! Κατεβαίνουμε για πρωινό.


Και μετά τις πρώτες δόσεις καφεΐνης κλησαμε ένα ξενοδοχείο για δυο βράδια, που θα ήταν και το τελευταίο κατάλυμα αυτών των διακοπών! Το αρχικό μας πρόγραμμα έλεγε να φτάσουμε Κυριακή πρωί στο Μόναχο και εγώ,  Δευτέρα να ξεκινήσω μόνος μου για πίσω. Αλλά τελικά είπαμε να φτάσουμε μια μέρα νωρίτερα για να μας δουν και λίγο περισσότερο οι γονείς αλλά με το πιο σημαντικό, να τους κάνουμε και έκπληξη!

 Από την αρχή του ταξιδιού όλο λέω θα έρθει η στιγμή που δεν θα εξιστορώ τίποτα και όλο γράφω τα δικά μου. Από εδώ και εμπρός όμως τα πράγματα ήταν πραγματικά πολύ χαλαρά… Ευκαιρία λοιπόν για διακοπές, για τις ταξιδιωτικές μου περιγραφές.

Με το που ανέβασα το φειζερ από το γκαράζ φόρτωσα τα πράγματα και ξεκινήσαμε για τις δολομίτες… Μέσα από τα καταπράσινα βουνά και δρόμους, που σκιάζονταν κάτω από τις φυλλωσιές των δέντρων.

Φυσικά όπου βρίσκαμε ξεκουραζόμασταν.




Ακόμα και αν ήταν στον προαύλιο χώρο κάποιου ξέμπαρκου ξενοδοχείου.


Με εμενα να μην χανω την ευκαιρία να κουνώ το σέικερ. 


Ξεκινήσαμε, όσο ανεβαίναμε υψόμετρο η βλάστηση γινόταν όλο και πιο αραιή και δίχως πλέον δέντρα να μας προφυλάσσουν, οι ριπές του αέρα να μας πετάνε πέρα δώθε σαν καρυδότσουφλο. Εγώ να ζορίζομαι να οδηγώ και να προσπαθώ να κρατήσω το μηχανάκι μην και τυχόν πετάξουμε με το φειζερ, απο καμιά βουνοπλαγιά σαν αερόστατο

Και όλο να ανεβαίνουμε με τον άλλο αερα να γίνεται ακόμα πιο δυνατός. Τα χέρια μου να έχουν αγκυλωθεί  στο τρεμουμενο τιμόνι και πάνω στις στροφές, να μαστιγωνόμαστε από τα σκαμπίλια του αγέρα.

 
 Μέχρι που φτάσαμε στην κορυφή τους Sela pass





Μαγεία …


 
 

Για μένα θα έλεγα ότι το Sela, σου προσφέρει μια από τις πιο όμορφες κορυφές από τα αλπικά πάσα.








Πανέμορφο μεν που θα παρκάρουμε δε. Φυσούσε τόσο πολύ που φοβήθηκα να αφήσω χύμα το μηχανάκι και το κόλλησα, ακριβώς μπροστά από τον τοίχο του μαγαζιού με τα σουβενίρ που είχε επάνω στην κορυφή, για τη μέγιστη δυνατή προστασία. 

Ουφ αφού ηρεμήσαμε και με αυτό, ας βγάλουμε καμιά φωτογραφία.




Είχε βεβεα και διαφορα μονοπάτια που σε οδηγούσαν βαθειά μέσα στο βουνό…




Αλλα εμεις, μπήκαμε στο κιόσκι μπας και ζεσταθούμε λιγακι και βγαίνοντας, κάτσαμε ακριβώς από πίσω του σε ένα παγκάκι... (Γαμηθήκαμε στο περπάτημα!!)



Mε πανοραμική θέα τις κορυφές από τις δολομίτες! 


Εκεί είδαμε και πάλι τον ξάδερφό του παιδιού μας.


Τελικά η Ροξι όπου και να πάμε, νοερά μας καταδιώκει. Τώρα μας εύχεται γρήγορη επιστροφή γιατί μας πεθύμησε. Ή μας μπινελικιαζει που την αφήσαμε στη γιαγιά της… Ποιος την ξέρει!

Εντύπωση μας έκανε ότι το πάσο ήταν προσβάσιμο προς το κοινό, μέχρι τις 18 00 και τις Τετάρτες μέχρι τις 16 30… Αν θυμάμαι καλά.

Περιμέναμε λίγο μπας και κόψει ο αέρας, ματαία ομως και ξεκινήσαμε για κάτω. Μέχρι που μετά από μερικά χιλιόμετρα φτάσαμε στο Paso Pordoi  που ουσιαστικά, και πάλι δεν κατεβήκαμε από το μηχανάκι. 

 

Εντάξει όμορφο ήταν, αλλα καμία σχέση με το Sela.

Μέχρι που πήραμε το δρόμο για το ξενοδοχείο.

Το σημερινό μας δωμάτιο ήταν 20 km από το Giau pass. Φτάνουμε στην πινακίδα του πασου που μας κατεύθυνε, αριστερά πάνω στο βουνό και κάνουμε στάση για τσιγάρο. Η ώρα είχε περάσει κόντευε  πέντε, με τον καιρό έτοιμο να βρέξει και λέω την Ανθή.

– Ανθή θα το ανέβουμε.
– Ρε Νίκο πάμε στο δωμάτιο να πιούμε και κανένα καφέ σαν άνθρωποι και αν είναι, θα το κάνουμε αύριο. Δίπλα είμαστε.

Εγώ εν τω μεταξύ να έχω φάει σκάλωμα και να είμαι έτοιμος να εκραγώ!!!  Γιατί μετά από αυτό που έπαθα στη Νορβηγία όταν μου μπλόκαραν τα λεφτά στο Trollstigen …Το έλα μωρέ θα το κάνουμε αύριο μετατράπηκε, στο δεν θα το κάνουμε ποτέ!!! Και από τότε είχα δώσει υπόσχεση στον εαυτό μου… Οτι ότι μπορείς να το κάνεις σήμερα, κάντο!! Γιατί αύριο δεν ξέρεις τι μπορεί να ξημερώσει!

– Άντε καλά πάμε στο δωμάτιο.
– Επιτέλους!
– Και μετά αν είναι βλέπουμε. Το πολύ πολύ να σε αφήσω στο ξενοδοχείο και να το κάνω μόνος μου.
– Έχεις χαζέψει τελείως!

Αν είσαι παθών έτσι είναι.

Ξεκινάω με βαριά καρδιά προς το ξενοδοχείο, βρίζοντας βέβαια και αφήνω το πάσο πίσω μου. Ευτυχώς ο καιρός με λυπήθηκε αφου με το που έβαλα μπρος, άρχισε πάλι ο  κατακλυσμός… Και κάπως μετριάστηκε ο καημός μου

Βρίσκουμε καφετέρια μετά από λίγα χιλιόμετρα και αυτομάτως, κοκαλώνω το μηχανάκι.

– Τι κάνεις.
– Πάμε για καφέ και αν κόψει βροχή πάμε στο βουνό.
– Ε ρε κόλλημα πια! 





Ήπιαμε καφέ έδωσα το τηλέφωνό στη σερβιτόρα να το φορτίσει λιγάκι μιας και είχα, πραγματικά μηδενική μπαταρία στο κινητό.  Ετσι για να θυμηθούμε τα παλιά… Και περιμέναμε να δούμε, τι στο καλό θα κάνουμε. 




Giau ξενοδοχείο, ξενοδοχείο Giau και τελικά μέσα στη βροχή, πήγαμε στο ξενοδοχείο. 🙋

Βέβαια για να το ανακαλύψουμε και πάλι ματώσαμε, αλλά ευτυχώς το βρήκαμε.

Κάνουμε τσεκ ιν βάζουμε το φειζερ στο κλειστό γκαράζ παραδίπλα από δυο, 125 κυβικών πιστιαρικες  μοτοσυκλέτες που καναν και αυτές, τις βολτες τους  στις Άλπεις και ανεβήκαμε στο δωμάτιο. Εντάξει δεν έλεγε και πολλά άλλα τουλάχιστον είχε ένα πανέμορφο περιμετρικό μπαλκόνι που ένωνε εξωτερικά όλα τα δωμάτια, σαν διάδρομος. Ξενοδοχείο για ηδονοβλεψίες δηλαδή! 

Αλλά και μια πανέμορφη αλπική θέα…



Πίνω καφέ, έξω να έχει βγάλει ήλιο και εγώ να βράζω.

– Νίκο ηρέμησες.
– Προσπαθώ!

Εντάξει ψιλό ηρέμησα μέχρι να ξανά φρικάρω  και πάλι, λίγο πιο μετά. Εκεί που ήταν το ξενοδοχείο βόλευε απίστευτα για να κάνουμε το Giau αλλά μετέπειτα για να διασχίσουμε  τα άλλα περάσματα στις δολομίτες όπως το Falzarego, δεν μας έβγαινε γιατί αναγκαστικά, θα έπρεπε να ξανα γυρίσουμε για τη δεύτερη διανυκτέρευση μας στο ξενοδοχείο πάλι πίσω από το SelaKάνοντας ουσιαστικά, την ίδια διαδρομή με σήμερα.

Αυτά τα περάσματα βόλευαν απίστευτα να τα οδηγήσουμε μεθαύριο φεύγοντας για Μόναχο αλλά έτσι, δεν ξέραμε το αυριανό μας ταξιδιωτικό πρόγραμμα πως να το γεμίσουμε. Τελοσπάντων ας πάμε στην Cortina d'Ampezzo και από κει βλέπουμε.

 Μίλησα με την δουλειά να δω το πότε έβαλαν στο πρόγραμμα και από ότι διαπιστώθηκε, ξέχασαν ολοκληρωτικά και την ύπαρξή μου.

– Τι έγινε ρε παιδιά, μήπως με απολύσατε.
– Όχι σε ξεχάσαμε!! Πάρε τηλέφωνο την Δευτέρα το βραδύ να σε πούμε. Μπορεί να σε δώσουμε και μια – δυο μέρες, παραπάνω αδεια…

Την Δευτέρα το βράδυ όμως που θα μάθαινα για το εργασιακο μου πρόγραμμα, δεν θα με βόλευε στο να καθόμουν μια ακόμη μέρα στα πεθερικά μου μιας και θα ζοριζόμουν να προλάβω το καράβι. Οπότε αναγκαστικά, θα έφευγα Δευτέρα πρωί από το Μόναχο όπως είχε προγραμματιστεί και αν είχα παραπάνω μέρες αδεια, θα έκανα την καρδιά μου πέτρα και θα την έβαζα στις Άλπεις… Απίστευτη γκαντεμιά!

- Κρίμα ρε Νίκο και θα χαιρόταν οι γονείς.
– Ναι ρε γαμώτο!
– Και τι θα κάνεις αν έχεις τελικά, πάρα πάνω μέρες άδεια.
– Ε.. Κάπως θα γεμίσω το χρονό μου.
– Κουφάλα.

Περπατήσαμε στο χωριό τριγυρίσαμε στα σοκάκια του...



Χαζέψαμε κάποιες βιτρίνες σαν μικροί  ερευνητές…  

 
Με το που βγήκαμε όμως πιτσαρία, αφήσαμε τις εξερευνήσεις και πλακωθήκαμε στο φαΐ



Τελικά το μόνο πιάτο που μπορείς να παραγγείλεις στο εξωτερικό και να χορτάσεις, είναι πίτσα. Άσχετος που εμείς παραγγείλαμε και τρίτη!! Και με 25 € σκάσαμε στο φαΐ!! Γιατί αν λέγαμε να περνάμε μερίδες καμιά σαλάτα ψωμί και διάφορα, το πενηντάρικο αποκλείεται να έφτανε.

Νύχτα πια (21.30) ενώ έξω κλασικα δεν κυκλοφορούσε ψυχή, ξεκινήσαμε για το ξενοδοχείο μέσα σε ένα ψοφόκρυο που μας τζακιζε τα κόκαλα…


Ημερα 13 Παρασκευη 11 - 08 - 2018


Ξυπνήσαμε το πρωί κλασικά τα χαράματα, κατεβήκαμε να φάμε πρωινό

 

Μέσα σε ένα παραδοσιακό σαλέ.



Φυσικά με πλούσιο μπουφέ.


Αλλά εμείς το γράψαμε όλα, πήραμε τον καφέ ανά χείρας και την πέσαμε έξω σε ένα παγκάκι, για να απολαύσουμε το πρωινό μας τσιγάρο...  Και μετά ξεσκιστήκαμε  στο φαΐ.

Στα πρωινά μας τσιμπούσι είδαμε και τους ιδιοκτήτες των δυο 125, που μοιράστηκαν την ίδια στέγη με το φέιζερ. Ήταν δύο κοπέλες γύρω στα εικοσιπέντε  με full εξοπλισμό, μπότες κράνη όλα υπερπαραγωγή φορώντας ακόμα και στολή πίστας, απολάμβαναν παραδίπλα μας τον  πρωινό τους καφέ. Κάνοντας  και αυτές, τα όνειρα τους πραγματικότητα.

Η ώρα κόντευε εννέα και με τον καιρό  πάλι έτοιμο να βρέξει,  ξεκινήσαμε για το Giau.  


 


Bάζουμε βενζίνη και λέω την Ανθή.

– Θα βάλεις αδιάβροχα.
– Όχι μωρέ.

Και μετά από πέντε λεπτά που ξεκίνησε και πάλι ο κατακλυσμός, τα φόρεσε μέσα στη μέση του δρόμου.

Όταν συζητούσα  στη Θεσσαλονίκη για τα πασά των Άλπεων όλοι μου έλεγαν το Giau,   είναι ίσως από τα πιο θεαματικά και πιο εντυπωσιακά περάσματα της Ευρώπης… Και εγώ περίμενα ότι ανεβαίνοντας το, πραγματικά θα εκπλαγώ από  την ομορφιά που θα μας προσφέρει. Τελικά μπορώ να πω, οτι απογοητεύτηκα! Εντάξει καλό ήταν αλλά σίγουρα, όχι εντυπωσιακό. Θα έλεγα σαν ένα από όλα, χωρίς τίποτα ιδιαίτερο να σου προσφέρει. Βέβαια μπορεί να ευθύνεται ότι το ανεβήκαμε κλασικά με βροχή μέσα σε ένα, πολύ αχνό στρώμα ομιχλης και με τις ριπές του αέρα, ανελέητα να μας γρονθοκοπούν…Ισως!


Με το που φτάνεις όμως  στην κορυφή, πραγματικά κοκαλώνεις! 

 
Το βουνό είναι απίστευτο.


Εξωπραγματικό τελείως .


Βγαλμένο λες, από ταινία επιστημονικής φαντασίας…


Κάτσαμε αρκετή ώρα ήπια κλασικά, βαπορίσιο καφέ. 



 

 
 
Και χαζεύαμε πολλές οικογένειες με τα μικρά τους παιδιά φυσικά με full εξοπλισμό, που καναν πεζοπορία στα βουνά. Φορώντας μέσα στο ψοφο, σορτσάκια.


Ενώ η Ανθή κυκλοφορούσε σαν αστροναύτης.


Καθίσαμε αρκετά περπατήσαμε λίγο το μέρος....



Mέχρι που ξεκινήσαμε για την  Cortina d'Ampezzo.


Αφού κατεβήκαμε το βουνό δρόμος μας οδήγησε σε μία καταπράσινη  πεδιάδα στην καρδιά των Άλπεων, όπου σαν δώρο δεσπόζει αυτή η πόλη. Βγαλμενη λες,  μέσα από κάποιο παραμύθι… Ωραία να βγούμε καμιά καφετέρια με θέα για να αράξουμε.

Βρίσκουμε ένα εστιατόριο -  καφέ πάνω σε ένα λόφο, ήταν κλειστό και θα άνοιγε μετά από μια ωρα. Συνεχίζουμε δεν βρήκαμε τίποτα μέχρι που φτάσαμε στο κέντρο και να γίνεται, ο κακός χαμός από μποτιλιάρισμα.

– Ανθή πάμε να φύγουμε γιατί δε μας βλέπω καλά. 

Και εξαφανιστήκαμε με ελαφριά πηδηματάκια. 

 


Φτάνουμε στην έξοδο της πόλης να κάνουμε στάση για τσιγάρο και να δούμε, από εδώ και πέρα που στο καλό θα πάμε. Πως κοιτάω στον Τομ λίγο πιο βορειοανατολικά από εκεί που τελικά θα κατευθυνόμασταν, κάποιοι δρόμοι ήταν κλειστοί λόγω κατολισθήσεων από τη χθεσινή νεροποντή. Καλά από που περνάμε σέρνουμε την καταστροφή!!!

Για αυτό προφανώς γινόταν και το έλα να δεις από την κυκλοφοριακή συμφόρηση μέσα στην Cortina d'Ampezzo  και ήταν, ούτε 11 το πρωί! Γενικώς παντώς είχαμε πολύ μεγάλο κώλο στο ταξίδι μιας, και όλα τα μποτιλιαρίσματα που πετύχαμε στο δρόμο μας, ήταν από την αντίθετη κυκλοφορία του ρεύματος… Ευτυχώς!


Συνεχίσαμε στο κάπως κεντρικό δρόμο βοριά της  Cortina d'Ampezzo,  μέχρι που βρήκαμε πινακίδα για το  πασο Cibiana  και κάνοντας απότομα στροφή δεξιά, χαθήκαμε και πάλι σε τριτεύον οδικό δίκτυο της Ιταλίας.

Ο δρόμος να είναι πολύ στενός και να μας οδηγεί μέσα από φαράγγι κάτω από τις φυλλωσιές των δέντρων, πολλές φορές στο χείλος του γκρεμού μέχρι να φτάσουμε στην κορυφή.


 – Ανθή γουστάρεις να πιούμε καφέ εδω στο κιόσκι.
– Ναι!! Επιτέλους!!



Σταθμεύω  το μηχανάκι στο παρκινγκ πλησιάζουμε το κιόσκι...



Και πως μυρίζουμε, όλη η περιοχή βρωμοκοπούσε βοθριλά!!

– Ανθή σου έρχεται.
– Μου έρχεται να λιποθυμήσω!! Απορώ πως τρώνε αυτοί εκεί μέσα.
– Μοσχομυρίζε Ε… Να σε κεράσω καφεδάκι.
– Ούτε για αστείο!

Απομακρυνθήκαμε όσο μπορούσαμε  από την εστία του κακού, να κάνουμε ένα τσιγάρο και η Ανθη, μιλαει με τους  γονείς της στο τηλέφωνο.

– Που είστε.
– Ιταλία, 200 χιλιόμετρα νότια από το Ίνσμπρουκ.
– Κυριακή θα ρθείτε.
– Ναι Κυριακή

Βέβαια την κατάλαβαν τη δουλειά ότι μπορεί να τους κάναμε έκπληξη, αλλά και πάλι δεν ήταν σίγουρη! 
 

Ξεκιναμε  χωνόμαστε μέσα σ' ένα δάσος όπου αρκετοί πλανόδιοι, είχαν στήσει πάγκους και πουλούσαν, ντόπιο μέλι. Πως κοιτάμε, αριστέρα χωμένα μέσα στα δέντρα είχε μια καφετέρια.

– Ανθη γουστάρεις.
– Όχι μωρέ αν είναι πιο μέτα… Πάλι να σταματάμε!

Ζουζούνα μου εσυ, έχεις μπει για τα καλά στο ταξιδιωτικό μου πνεύμα. Κοιτάω το GPS βλέπω ότι σε σχετικά κοντινή απόσταση από κει που ήμασταν, είχε μία λίμνη και λέω την Ανθή.

– Θες να πάμε τελικά εκεί για καφέ.
– Ναι!

Βέβαια μέχρι να φτάσουμε ο Τόμ μας κατευθύνε και πάλι απο ότι νάνε δρόμους, που φυσικά δεν τους κυκλοφορούσε κανείς. Τελικά αυτό το GPS θα πρέπει να απευθύνεται σε κάπως, ψυχικά διαταραγμένους χρήστες. Γιατί αν δεν είχες προβληματάκια, οδηγώντας τον Τομ… Σίγουρα θα τα αποκτήσεις.

Ο Τόμ έλεγε τα δικά του εμείς φυσικά τον ακολουθούσαμε χωρίς να αρθρώνουμε λέξη, αλλά μόλις αρχίσε ο κατακλυσμός… Αρχισαν και τα μπινελίκια. Μιλάμε φάγαμε βροχή όχι αστεία!! Εγώ να σφίγγομαι να οδηγώ και όλα να σκέφτομαι την Ανθή.

 – Ανθή είσαι καλά.
– Μια χαρά είμαι.
– ( Μπα δεν θα άκουσα καλά!) Σίγουρα. 
– Ναι! 
– Θες να κάνουμε καμιά στάση.
– Όχι μωρέ. Εκτός αν έχεις εσύ πρόβλημα με την οδήγηση.

 Μάλλον θα τη βάρεσε το υψόμετρο.

Με την βροχή να αναπηδά  στο οδόστρωμα σαν χαλάζι, συνεχίσαμε να οδηγούμε στο πουθενά μέχρι που χαθήκαμε σε ένα χωριό. Τότε το  gps αποπροσανατολιστικε και μας έβγαλε να κάνουμε, δέκα αναστροφές μέχρι να βρούμε τη σωστή πορεία του ταξιδιού μας.

Η άσφαλτος να γλιστράει, μέσα στο χωριό και να έχει κατηφόρες θανάτου και ο Τομ, να μας λέει τα δικά του… Εσκασα! Μέχρι που βρήκα ένα υπόστεγο και έχωσα το φειζερ από κάτω, μπας και ξαναποκτήσω την ψυχική μου γαλήνη.

– Τι κάνεις.
– Ρε Ανθή δεν πάει άλλο.
– Για να το λες εσυ.

Μιλάμε δεν μπορούσα να πιστέψω στα αυτιά μου!


Και με το χαμόγελο να μην λείπει από το πρόσωπό της.

Ε πόση ώρα να καθόμασταν κάτω από το υπόστεγο, και με το καιρό να μας λέει καλό σας μπάνιο… Ξεκινήσαμε για τη λίμνη! Μέχρι που τελικά έβγαλε ήλιο και φτάσαμε στην κορυφή του Duran pass   

 

Που όμως  δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο και φύγαμε καρφί, για να πιουμε αυτόν τον  καφέ…



Βέβαια οι στάσεις διερχόταν η μία την άλλη...



θαυμάζοντας της ομορφιές της φύσης…




Σε ολο της το μεγαλείο...








Και κατι ασχετο...

Όταν διαβάζεις κόμιξ πάνω από το κεφάλι του καρτούν, δεν έχει μια λεζάντα που υποδηλώνει… Το τι είναι


Ε και εδώ, λεζάντα έχει!!



Μέχρι που φτάσαμε στη λίμνη βρίσκουμε καφετέρια πάνω στις όχθες της και επιτέλους, ήπιαμε αυτόν το πολυπόθητο καφέ. 



Πέντε λεπτά είχε ήλιο πέντε λεπτά έβρεχε.
 



Και κάθε πέντε λεπτά αλλάζαμε τραπέζι ποτέ να ζεσταθούμε και ποτέ, να μην βραχούμε.




Παρκάροντας είδα ότι η τάπα από το μηχανάκι, είχε ξεχειλώσει και άλλο. ΩΧ!! Και λέω την Ανθή!

– Φοβάμαι να σε πάω στο Μόναχο.
– Τι εννοείς.
– Από εδώ μέχρι το Μόναχο είναι 400 km, και άλλα 500 μέχρι το Μιλάνο για να πάρω τη σκηνή, 900. Και άλλα 300 μέχρι τη Βενετία 1200… Αν έχω πρόβλημα στο να ανοίγω την τάπα, το μηχανάκι μπορεί να καει.
– Α και τι προτείνεις!
– Αν είναι να σε στείλω με λεωφορείο στο Μόναχο και εγώ να φύγω καρφί από εδώ, για Βενετία.
– Όχι!

Μιλάμε φρίκαρε.

– Καλά πάρε τηλέφωνο την Yamaha του Μονάχου.  

Παίρνει τηλέφωνο τη Yamaha την λένε πάρε τηλέφωνο το  Louis.  Παίρνει τηλέφωνο το Louis, τη λένε πάρε τη Yamaha… Μάλιστα! Τώρα…

Παίρνω τηλέφωνο το μηχανικο, δεν το σηκώνει. Κάτσε λέω να μιλήσω με τον Πασχάλη!

– Που είσαι ρε Νικόλα, τι κάνεις.
– Καλά είμαι ρε …Αλλά έχω πρόβλημα με την τάπα λαδιού. Εχει πετάξει ένα κρίκο, λες και θες να την βάλεις στην κρεμάστρα. Φοβάμαι μην έχω πρόβλημα στο να συμπληρώσω λάδια στο φειζερ και ανατιναχτεί το μηχανάκι.
– Όχι ρε δεν νομίζω!! Απλά πρόσεχε να μην την ανοίγεις ενώ είναι ζεστός ο κινητήρας, και στην πετάξει… Που είσαι τώρα.  
– Νότια από την  Cortina d'Ampezzo σε μια λίμνη… Ρε Ανθή που είμαστε.
– Που ξέρω γω.
– Κάπου σε μια λίμνη ρε Πασχάλη.
– Α… Θα είστε στην…
– Πλάκα με κάνεις!!!  Ξέρεις εσύ που είμαστε από τη Θεσσαλονίκη και δεν ξέρουμε εμείς, από εδώ!

Και όμως...

– Πήρα και το μηχανικό τηλέφωνο αλλά δεν το σηκώνει.
– Στη Γαλλία είναι 
– Στη Γαλλία, Ε δίπλα είναι από εδώ… Λες να έχει καμιά τάπα μαζί του.
– (Σαλεμένος είναι!) Από καιρό πως πάτε.
– Μας γάμησε!
– Κάποιοι φίλοι πήγαν Τσεχία και από την νεροποντή, τους πήρε η βροχή τις σκηνές και αυτούς μαζί. Ο άλλος εχθές ήταν Στέλβιο και κατέβαζε ποτάμια, δεν μπόρεσε να το ανέβει.
– Στέλβιο… Εχθές ήμασταν Στέλβιο, η προχθές…. Ρε Ανθη ποτε πήγαμε.
– Δεν θυμάμαι.

Τελικά όμως καταλάβατε, μάλλον είχαμε χάσει την μπάλα!

Αφού ψιλό τελείωσε το θέμα της τάπας ανεβαίνουμε στο φειζερ και με το που κάνω κάποια μέτρα ,ακούω κάτι να τρίζει. Σταματάω ψάχνουμε και ανακαλύπτουμε, ότι η βίδα που συγκρατούσε το ρεζερβουάρ κάτω από το τιμόνι, είχε κάνει φτερά. Ε ρε γαμώτ, ησυχάσαμε από την τάπα και πιάσαμε τη βίδα… Τι να λέμε τώρα!

Εντάξει σκέφτηκα βέβαια μην πήγαινε να παιχτει  καμιά πουστιά με το μηχανάκι, γιατί εκεί που καθόμασταν να πιούμε καφέ δεν το είχαμε μέσα στο οπτικό μας πεδίο. Αλλά εντάξει, κάπως τραβηγμένο. Ευτυχώς είχα μία βίδα περίσσευμά μαζί μου. Τώρα από που την είχα, μη ρωτάτε! Και έστω με αυτήν την πρόχειρη λύση ξεκινήσαμε για το ξενοδοχείο κλασικά, μέσα στη νεροποντή!

Αφού ξεκουραστήκαμε λίγο, με φουλ εξοπλισμο...

 

Πήγαμε στην πιτσαρία που φάγαμε εχθες…


Μέχρι που πέρασε και αυτό το βράδυ. 


Ημερα 14 Σαββατο 12 - 08 - 2018


Ξυπνήσαμε το πρωί φάγαμε πρωινό, μαζέψαμε τα τελευταία πράγματα...



Χαζεύοντας για τελευταία φορα την ιταλική φύση...



Και ξεκινήσαμε για το Μόναχο.


Αποχαιρετώντας τον ιταλικό ξενώνα που μας φιλοξένησε της τελευταίες δυο μέρες…


Βέβαια για να φτάναμε στο Μοναχο είχαμε αρκετά αλπικό δρόμο μπροστά μας. Ανεβήκαμε το πάσο Santa lucia  και μετά σκαρφαλώσαμε στο Falzarego 


μέχρι που φτάσαμε στην κορυφή.


Είχε ψόφο αφου είχαν παγώσει τα χέρια μου στο μηχανάκι και αρκετό αέρα.

– Νίκο για δες πως βαθμούς έχει.
– Κρύωσες.
– Πάγωσα!

Βλέπω το θερμόμετρο στο κινητό και μου πετάχτηκαν τα μάτια έξω.

– Ανθη πόσους  βαθμούς λες να έχει.
– Ξέρω γω 10. 
- Για δες... 

 
– Ο Χριστός και Παναγία.

Μιλάμε δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε, χειμώνας κανονικός! Και ήταν κοντά 10 το πρωί δηλαδή τα χαράματα μπορεί να είχε και μειον!



Χαζέψαμε λίγο στο μαγαζί με τα σουβενίρ για να ζεσταθούμε λιγάκι. 


Μέχρι που κατηφορίσαμε το βουνό ελπίζοντας ότι με το που κατέβουμε υψόμετρο από το χειμώνα, θα ξανά επιστρέψουμε στο καλοκαίρι.

Συνεχίσαμε μέσα από επαρχιακούς δρόμους όπου φυσικά κάναμε και τις απαραίτητες στάσεις... θαυμάζοντας την τοπική αρχιτεκτονική

 

Αλλα και όχι μονο…



Μπήκα σε ένα τοπικό σούπερ μάρκετ...


Αγόρασα μια σοκολάτα και πως πάω στο ταμείο να πληρώσω, βλέπω ότι μπροστά στο ταμείο την είχε ενάμιση ευρώ άλλα στο ράφι που την αγόρασα έκανε δύο. Αυτά ούτε στην Ελλάδα δε συμβαίνουν...

 

Μέχρι που βγήκαμε στον κεντρικό με ήλιο και περάσαμε τα σύνορα της Αυστρίας με βροχή. 

 

Σταματήσαμε να αγοράσουμε την βιγνετα κόστος 5 € για τρεις μέρες.


 Και ξεκινήσαμε με το τελικό προορισμό το Μόναχο...


Όταν μετά από κάποια χιλιόμετρα σταματάμε σε διόδια. Πούστηδες και βιγνετα και διόδια! Φτάνω στο γκισέ (9 €) και πως κοιτάω, όλα τα οχήματα από φορτηγά μέχρι μηχανάκια πληρώνουν το ίδιο αντίτιμο. Και μέχρι να φτάσουμε στο Μόναχο έβριζα!! (Την ιστορία για αυτά τα διόδια θα την μάθενα, στο καράβι για την επιστροφή μου στην Ελλάδα)



Περάσαμε τα ανύπαρκτα σύνορα, μεσημέρι ποια πήγαμε στο σπίτι… Οι γονείς φυσικά τρελάθηκαν από τη χαρά τους και περάσαμε, ένα πανεμορφο οικογενειακό  βράδυ

Ημερα 15 Κυριακη 13 - 08 - 2018


Ξυπνήσαμε το πρωί και μετά δύο οικογενειακούς καφέδες ξεκινήσαμε για το κέντρο του Μονάχου τη Marien platz, να πιούμε ένα τρίτο


 Εντάξει πανέμορφο το Μόναχο δεν λέω.



Αλλα παντα υπαρχή η άλλοι όψη του ιδιου νομίσματος…






Διασχίσαμε τον κέντρο... 

 

 
Πήγαμε στην  Viktualienmarkt και χτυπήσαμε για πρωινό Lemberkasse


 

Κάνοντας φυσικά πικνίκ σε ένα παγκάκι.  

Πηγαίνοντας η Ανθή να πληρώσει είδε ότι στο ταμείο δούλευε ελληνίδα και από ότι την είπε, ήταν κοντά στον χρόνο στη Γερμανία αλλά σε λίγες μέρες θα επέστρεφε μόνιμα στην Ελλάδα, μιας και δεν την παλεύω άλλο. Ήταν και σε καλο πόστο φαντάσου δηλαδή, οι άλλοι έλληνες τι τραβάνε!

 
 
Ξανά κατευθυνθήκαμε στο κέντρο κάτσαμε απέναντι από το δημαρχείο για καφέ και πήραμε τηλέφωνο να 'ρθουν και τα ανηψιά μας που εκείνο το διάστημα, φιλοξενούνταν από τον παππού και την γιαγιά για τις καλοκαιρινές τους διακοπές στη Γερμανία.

-  Ανθη λες να χαθουν.
– Όχι ρε ξέρουν το δρόμο.

Η ώρα να περνάει τα ανίψια άφαντα και εμένα να με εχει πιάσει νευρικό γέλιο και να σκέφτομαι, αν η Νικολούλη κάνει εντοπισμούς στη Γερμανία. Μέχρι που ήρθαν ευτυχώς!

Εμείς εντωμεταξύ ήδη πίναμε καφέ και λένε να παραγγείλουμε.

– Τι θα πιείτε ρε παιδιά.
– Φέρε μια μπύρα!

Ώπα τι παίχτηκε εδώ.

12 η ώρα το μεσημέρι μαζεύτηκες κόσμος και κοσμάκης στην πλατεία να δουν, τα διάσημα  μπαρμπαλεδάκια να χορεύουν γύρω από τον κεντρικό ρολόι του δημαρχείου.





Τα επάνω απεικονίζουν μάχη και τα κάτω, τη γιορτή μετά το τέλος του πολέμου.

Εντάξει ψιλό βλακεία είναι και σίγουρα το θέαμα δεν δικαιολογεί, το πλήθος των τουριστών που μαζευόταν για να το παρακολουθήσουν. Πόσο μάλλον τα χειροκροτήματα και τις ιαχες  θαυμασμού τους, αλλά και τι να πεις!

 Πίσω στα δικά μας...

– Παλικάρια πήγατε τις μέρες που είστε Γερμανία στο English garden.
– Όχι Νίκο.
 Α… Χάσατε τα καλύτερα, εκεί έχει τους καλύτερους κώλους!! Γερμανίδες τα πετάνε όλα και κάνουν ηλιοθεραπεία στο ποτάμι. Μιλάμε τρελά!! ΚΡΙΜΑ!!
– Καλα πάμε τώρα!

Και ξεκινήσαμε με την άνθη ξεναγό, να  δούμε τους ΚΟΛ…


 Τον αγγλικό κήπο ήθελα να πω.



 
 
 


Πήγαμε στην αντιπροσωπεία της Mercedes που παρότι ήταν Κυριακή, δούλευαν κανονικά.



Μέχρι που φτάσαμε στο πάρκο.

 


Που πολλοί γερμανοί κάναν εξάσκηση στο σερφ
 


Αλλά εμείς φυσικά δεν ήρθαμε για αυτό!

Πηγαίνοντας προς το επίμαχο αξιοθέατο περάσαμε από ένα κιόσκι που ήταν μαζεμένα πολλά νοικιασμένα ποδήλατα από αυτά που είναι σαν αμαξα, εσυ κάθεσαι πίσω και αυτή σε κάνουν βόλτα… Τελοσπάντων αφού τους αγνοήσαμε, πετάγονται μία οι οδηγοί στα ελληνικά και άρχισα να μας κράζουν.

– Τι έγινε ρε παιδιά υπάρχει κανένα πρόβλημα.
– Όχι όχι δεν λέγαμε για σας.

Αρέ Ελληναράδες, παντού ίδιοι είστε!! Πεσαν στην περίπτωση και αυτή!

Μέχρι που φτάσαμε…


Εκεί κατάλαβα για άλλη μία φορά, το πόσο βολεύει να έχεις DSLR.


Κανείς ζουν από μακριά.


Αλλά δεν το παραέκανα, για να μην γυρίσω με κανένα πρησμένο μάτι στην Ελλάδα. Ήμασταν όμως άτυχη ( Για τα ανίψια μου εννοώ) δεν είχε πολύ πράγμα…ΚΡΙΜΑ!!

 
Μέχρι που απόγευμα πια γυρίσαμε στο σπίτι να δούμε και λίγο τους γονείς, μιας και αύριο τα χαράματα θα ξεκινούσα την επιστροφή μου στην Ελλάδα.

Ημερα 16 Δευτερα 14 - 08 - 2018


Ξυπνήσαμε το πρωί όλοι μαζί οικογενειακώς, τα πεθερικά μου και τα ανίψια μου για να πάνε στην λαχαναγορά εγώ να γυρίσω στην Ελλάδα και η Ανθη, να με αποχαιρετήσει. Πίνοντας καφέ με τον πεθερό πιάσαμε και την επίμαχη συζήτηση.

– Νίκο στο Μιλάνο θα πας για να πάρεις τα πράγματα.
– Ναι.
– Και από πού θα πας, από Σάλτσμπουργκ.
– Όχι μωρέ πάλι από τον ίδιο δρόμο να γυρίσω. Θα πάω μέσω Ελβετίας, τι τζάμπα βιγνετα αγόρασα.
– ( Κελεπούρι μου εσύ).

Φόρτωσα τα τελευταία πράγματα και αφού τους φίλησα όλους  σταυρωτά, ξεκίνησα κάπως τουριστικά για Βενετία. Ο καιρός φεύγοντας από το Μόναχο ήταν πάλι κάπως βροχερός αλλά με το που προσέγγισα την Ελβετία, άνοιγε

Φυσικά έκανα τις απαραίτητες στάσεις.


Να πιω καφεδάκι και να χτυπήσω κανένα σαντουιτσάκι, από αυτά που έφτιαξε η πεθερά.


Ε ναι τσιγάρο με άδειο στομάχι δεν λέει

Μέχρι που πέρασα τα ανύπαρκτα σύνορα με το Λιχτενστάιν και πλησίαζα την Ελβετία. Εκεί είδα σε πινακίδες ότι για να διασχίσεις αυτό το κρατίδιο, χρειάζεσαι αυστριακή βινιέτα (Είχα) μιας που υπάγεται στην Αυστρία. Έφτασα στα σύνορα με Ελβετία φυσικά ούτε που με έλεγξαν και ξεκινήσα να ανηφορίζω μέσα στα βουνά.




Παιρνωντας  αρκετα ποταμια.


Και λιμνες...



Ώσπου έφτασα στην κορυφή του Julier pass.

 





Όπου ειχε κλασικά και μια ακόμα αλπική λίμνη






Πάω στο κιόσκι,  αγοράζω ένα κάρο αυτοκόλλητα από τα περάσματα που διέσχισα στην Ελβετία και βγαίνοντας να κάνω ένα τσιγάρο, πώς κοιτάω


Βλέπω τον παππού του φέιζερ! Επ που πας  στα γεράματα!! Το είχε ένας ηλικιωμένος κύριος και φυσικά, πιάσαμε συζήτηση.

– Μπράβο ρε, με αυτό ανέβηκες  εδω πάνω.
– Δεν έχει πρόβλημα.
– Πόσα χιλιόμετρα έχει.
– 45.000.
Πόσο!!!

Βέβαια είχε και διαστημόπλοια  πάνω στο βουνό.


Αλλά είναι για εμένα την παράσταση έκλεψε το γεροντάκι. 

 

Ξεκίνησα...



Mετά από κάποια χιλιόμετρα κατηφόρισα μία βουνοπλαγιά με άπλετη θέα σε δύο διαδοχικές λίμνες που της χώριζαν, μόνο μία πολύ στενή επιφάνεια γης. Χάζεψα! 



Πλέον ήμουν στα προάστια του Σεν Μόριτς. 


Πωπώ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι είναι τόσο ωραία, κρίμα που δεν ήρθα μαζί με την Ανθή. Δεν πειράζει ίσως κάποια άλλη φορά. 

 

Ξεκινάω να δω το θέρετρο πέρνα το πρώτο κυκλικό κόμβο φτάνω στο δεύτερο και τρώω φλασιά.


Ρε Νίκο τι πας να κάνεις εκεί μέσα!! Θες να σφηνώσεις πουθενά στην κίνηση και στην τελική, για τα κτίρια ήρθες μέχρι εδώ ή για το φυσικό τοπίο. Και όπως ήμουνα έκανα αναστροφή και γύρισα προς τις λίμνες. Φυσούσε τρελά αφού φοβήθηκαν αφήσω το φειζερ για να το βγάλω φωτογραφία.


Βέβαια κάποια άλλη το απολάμβαναν.


Αφού εκατονταδες  ανεμόπτερα και windsurfing είχαν κατακλύσει του ελβετικού ουρανο

 

Φτάνει τοσο πάμε να φύγουμε μην μαζί με τα ανεμόπτερα, απογειωθεί και το μηχανάκι.


Κατηφόρισα λίγο πιο χαμηλά στην λίμνη και αφού με δυσκολία πάρκαρα κάπως ασφαλές το φέιζερ.

Υλοποίησα ένα από τα μεγαλύτερα μου ταξιδιωτικά όνειρα.


Μα φυσικά να κάνω πικ νικ ίσως στο πιο διάσημο τουριστικό θέρετρο του κόσμου

 

Σαν το Ταμτάκο… Αλήθεια ο Ταμτάκος πήγε Ελβετία

 

Έκατσα αρκετή ώρα χάζεψα τους αθλητές κάνοντας τα ακροβατικά τους

 

Και διασχίζοντας αρχικά τις λίμνες Silvaplana και Sils....


Εφτασα στα σύνορα με Ιταλία.

Μέχρι που επιασα την διαδρομή που είχα κάνει με την Ανθή στην πρώτη μέρα του από κοινού μας ταξιδιού, για να προσεγγίσω επιτέλους το Μιλάνο

 
Βέβαια όπου έβρισκα τα κατάλληλα σημεία έκανα και τις απαραίτητες στάσεις.


Μέσα σε μία απίστευτη φυσική ομορφιά

 

Έως που βρήκα στην εθνική.


Και έφτασα στο αεροδρόμιο.

Παρκάρω το μηχανάκι πληρώνω το παρκόμετρο και διακτινίζομαι να πάρω τα πράγματα μου μην τυχόν και με γράψουν.


Γαμάτο τύλιγμα ε… και με κόστος μόλις 10 €!

Πάντως με το που βγήκα με τον σακο ειδα την αστυνομία του Μιλάνου να μοιράζει  απλόχερα κλήσεις, στα οχήματα που είχα λήξει ο χρόνος στάθμευση τους. Κουφάλες σιγά μην χάσετε την ευκαιρία… Και ξεκίνησα για τη λίμνη Garda

Κοιτώντας στο ίντερνετ είχα φάει τρελό κόλλημα να πάω εκεί μιας και είχε μία από τις πιο διάσημες διαδρομές της Ιταλίας, που διέσχιζε ένα φαράγγι. Φτάνω στη λίμνη κατά τις εφτά και ξεκινάω να προσεγγίζω την διαδρομή.

Περνάω κάτι χωριά και να γίνεται ο κακός χαμός από κίνηση. ΩΧ!! Μέσα σε πολλά βρισίδια βγαίνω από το ένα χωριό ξεμπλοκάροντας, μέχρι να μπω στο επόμενο και να κολλήσω ξανά. Γαμιέστε! Η ώρα να περνάει και εγώ να αρχίζω να αγχώνομαι για να βρω κάμπινγκ. Ο δρόμος από φυσική ομορφιά να είναι κάτω του μετρίου και φυσικά να γίνεται κόλαση από μποτιλιάρισμα. Κοίτα να δεις που τελικά θα μπλέξουμε…

Κάμπινγκ να μην βρίσκω πουθενά και κοιτώντας στο internet, όλα τα καμπινκ της Garda να βρίσκονται, από την άλλη πλευρά της λίμνης. Την τύχη μου μέσα!! ( Βασικά αυτό το τόσο μικρό προβληματάκι το είχα παρατηρήσει κοιτώντας για κάμπινγκ όταν ακόμα ήμουν στη Γερμανία, αλλά το ξέχασα! Και τώρα που το θυμήθηκα. έβριζα. Το στανιό μου μέσα!) Έλα μωρέ θα βρω…)

 Μετά από κάποια χιλιόμετρα ο δρόμος επιτέλους άνοιξε και πλεύρισε παράκτια την λίμνη, μέσα σε μία ειδυλλιακή διαδρομή. Καλός ο ρομαντισμός δεν λέω αλλά να δούμε και που θα κοιμηθούμε.

Όταν μετά από κάποια χιλιόμετρα βλέπω πινακίδα για καμπινκ  αριστερά, 4 km πάνω στο βουνό. Ναι ρε μάγκα σιγά μην έβρισκα. Ανεβαίνω το βουνό, ανηφορίζω το καμπινκ πουθενά. Ρε λες να μην είδα σωστά την πινακίδα. Ξανακατεβαίνω κάτω κάποια χιλιόμετρα να ελέγξω αν όντως είδα σωστά, σωστά είδα! Άντε ξανά πάνω.

Σκαρφαλώνω το βουνό μέσα από πολύ στενούς δρόμους κάτω από μία απίστευτη θέα όλης της λίμνης. Αλλά θέα από το κάμπινγκ πουθενά! Φτάνω σε κάτι σπίτια ρωτάω ένα μπάρμπα.

– Κάμπινγκ.
– Πάνω!

Καλα πλάκα με κάνετε που στο καλό πάω. Μέχρι που έφτασα! Και ήταν γαμάτο! Με μία θέα περίγυρα  σου που έκοβε την ανάσα! Μπράβο ρε τσακάλι τα κατάφερες! Πάω μέσα με πραγματικά ένα χαμόγελο απέραντης ευτυχίας ρωτάω έναν τύπο.

– Ναι γεια σας θέλω ένα χώρο να στήσω τη σκηνή.
– Είμαστε γεμάτοι.

Με απαντάει με ΟΡΓΗ και φεύγει. Ξενέρωσα! Λες να μη κατάλαβε καλά και αρχιναω να τον κηνηγαω  

– Mr μήπως.
– No!

Όχι ρε φίλε τι πατάτα είναι αυτή!! και τώρα! Φρικαρισμένος κάνω αναστροφή το φειζερ να γυρίσω προς τα πίσω.


Και χτυπάω την μπαγκαζιέρα στο ντουβάρι κάνοντας την τσαμπουκά... FACK!!
Μεχρι που κατηφόρισα από το ίδιο δρόμο πίσω… Πάντως αυτή η διαδρομή για το καμπινκ ηταν τελικά, ότι πιο ωραίο έκανα στην GardaKάτι είναι και αυτό.

Έκανα στάση να  αξιολογήσω την κατάσταση μου.


Και κατέληξα στο πάμε και ο θεός βοηθός. 






Βαθύ σούρουπο ποια συνέχισα τον παραλίμνιο  δρόμο πέρασα πολλά διαδοχικά τούνελ, έφτασα στην πινακίδα που υποδείκνυε  τη διαδρομή που είχα ως στόχο να διασχίσω και βρίζοντας, έφυγα προς αναζήτηση στέγης. Όχι ρε γαμώτο αν απομακρυνθώ  και άλλο αύριο  αν πέσω σε μποτιλιάρισμα, άντε ξαναγύρνα πίσω! Τότε είπα στον εαυτό μου αν μέσα στα επόμενα 10 km δεν βρω camping θα γυρίσω πίσω και θα στήσω σκηνή, κάπου στην εξωτερική πλευρά του τούνελ ( Αυτή που χρησιμοποιείται για να τα διασχίζουν ποδηλάτες και πεζοί) Εντάξει καλή καβάτζα είναι και για την περίπτωση μου, ιδανική! Από την άλλη δεν ήθελα να μπλέξω πάλι σε τετιου  είδους καταστάσεις, αλλά και τι να κάνω!

 Συνεχίζω νύχτα πια και βρίσκω πινακίδα για camping στα 500m πάνω σε μια κατηφορική έξοδο της επαρχιακής οδού… Βρε λες! Στρίβω φτάνω μπροστά στην πινακίδα που έγραφε welcome to the camping, αλλά το κάμπινγκ πουθενά. Κοιτάζω από δω από εκεί τίποτα… Ρε πότε θα ησυχάσει η ψυχή μου! Ήταν κάτι παιδιά εκεί που έπαιζαν  ποδόσφαιρο ( Μάλλον από το κάμπινγκ θα είναι )

– Συγγνώμη ρε παιδιά έχει εδώ κάμπινγκ.
– Ναι εδώ.
– Που.
– εδώ.
- Πού.
 – Εδώ στα 5 μετρα
– Α.

Μπράβο μου τελικά το βρήκα!

Φτάνω στη ρεσεψιόν.

– Είμαστε γεμάτοι.
– Μήπως υπάρχει κάποιο μικρό μέρος.
– Έλα.

Με ανεβάζει πάνω από κάτι σκαλοπατάκια και με πάει στο χώρο… Μια χαρά ήταν!

– Ναι αλλά το μηχανάκι πως θα το φέρω εδώ.
– Έχει δρόμο εξωτερικά του camping.

Κοιτάω το σοκάκι ήταν χαλικόδρομος σε άθλια κατάσταση.

– Φίλε επειδή θα έχω πρόβλημα να παρκάρω εδώ το μηχανάκι μην και τυχόν πέσει. Μήπως θα μπορούσα να το βάλω κάπου σε μια άκρη κοντά στη ρεσεψιόν.
– Όχι!

Πάω πληρώνω (20 €) και του δίνω το κινητό να το φορτίσει.

 – Να βαλτο εκεί κάτω από την τηλεόραση.
– Επειδή θα πάω να στήσω τη σκηνή μήπως θα μπορούσα να το φορτίσουμε μέσα στη ρεσεψιόν.
 — ( Μιλάμε έφαγε ένα στράβωμα!! Ηταν έτοιμος να με δολοφονήσει!!) Καλά.

Τι είναι αυτοί οι ιταλοί ρε συ… Πραγματικά τους σιχάθηκα! Αφού είπα αν γίνεται να μην ξαναπατήσω ποτέ το πόδι μου σε αυτή τη χώρα.

Πάω στήνω την  σκηνή, παίρνω τον καφέ και το σαντουιτσάκια της πεθεράς μου ανα χείρας και κατεβαίνω κάτω στην παραλία να το απολαύσω. 


Ήταν όμορφα εβλεπα τα απέναντι χωριουδάκια που λαμπύριζαν μέσα στο σκοτάδι, χάζευα τις αντανακλάσεις των φώτων μέσα στην γαλήνια λίμνη… Και ώρες ώρες άκουγα την βοή των αμαξιών που διερχόντουσαν μέσα από τα τούνελ, σαν να έπεφταν βόμβες Με την γη, να τραντάζεται λες και γίνεται σεισμός… Πω πώ πρωτόγνωρη εμπειρία.



Επικοινώνησα με τη δουλειά στο τηλέφωνο και μου είπαν ότι έχω τελικά, μια μέρα παραπάνω αδειά… Μια χαρά!

Και μίλησα με την Ανθή.

– Ανθή τελικά Κυριακή δουλεύω ( Η Ανθή θα γυρνούσε μαζί με τα ανίψια μου την Πέμπτη αεροπορικώς στην Ελλάδα)
– Και πότε θα επιστρέψεις.
– Ξέρω εγώ λέω να έρθω Σάββατο αντί Παρασκευή.
– Όπως νομίζεις.

Όλο το βράδυ το σκεφτόμουν από τη μία ήθελα φυσικά να κάτσω και άλλο στις Άλπεις από την άλλη όμως, με πείραζε που άφησα την οικογένεια μου στη Γερμανία και ημουν πάλι μόνος, κάπου στο πουθενά. Κάτσε να ξημερώσει και θα δούμε.

Πήγα στη σκηνή και με το που ξάπλωσα μετά από κλάσματα δευτερολέπτων ξεράθηκα στον ύπνο. 

Ημερα 17 Τριτη 15 - 08 - 2018

Ξύπνησα τα χαράματα πήρα το σέικερ ανα χείρας...

 

 Και κατέβηκα στη λίμνη να πιω το πρωινό καφέ...




Μόνος. 

Μέσα στην απόλυτη γαλήνη


Και έβλεπα τον ήλιο να ανατέλλει. 


Μετά από αρκετή ώρα και αφού άνοιξε το βλέφαρο, μάζεψα τα πράγματά μου... 



Και ξεκίνησα με γοργά και πηδηματάκια προς την Strada della Forra. Μην και τυχόν ξυπνήσουν οι ιταλοί οδηγοί και δεν φτάσω ποτέ!

 Γύρισα λίγα χιλιόμετρα πίσω έφτασα στην πινακίδα και άρχισα να ανεβαίνω τον SP 38 μέσα σε μία περιστροφική ανηφορική διαδρομή...




Με άπλετη θέα, τα καταγάλανα νερά της λίμνης.



Μετά από λίγα χιλιόμετρα άφησα πίσω μου τη λίμνη χώθηκα για λίγο στο δάσος σε δρόμους που αγκάλιαζαν περιμετρικά τα βουνά, μέχρι που έφτασα στο διάσημο φαράγγι .



Περίμενα να ανάψει το φανάρι να μου δώσει προτεραιότητα κυκλοφορίας.


Και χώθηκα στα έγκατα του.


Το διέσχισα πόσο να έκανα, τριαντα δευτερολεπτα  και βγήκα από την άλλη πλευρά. Τι αυτό ήταν, δεν μπορεί!! Συνεχίζω ανεβαίνω ένα βουνό φτάνω σε ένα χωριο, τελικά μόνο αυτό ήταν! Ψιλό ξενέρωσα να το πω και γύρισα πίσω…

Το έκανα δυο τρεις φορές πανε – έλα, μέχρι που βρήκα το μοναδικό άνοιγμα μέσα στο διάσημο φαράγγι και άραξα για καφέ.


Και για να εκμεταλλευτώ το χρόνο μου.


Λαδώσα μια και την αλυσίδα.... Ε ναι να μη μας πουν και αργόσχολους!


Ωραίο ήταν δεν μπορώ να πω! Βασικά θα το έλεγα κάπως τρομακτικό και άκρως εντυπωσιακό.

 

 Αλλά δυστυχώς πάρα Πολύ μικρό! Πάρα πολύ μικρό…

Είχα διαβάσει στο Internet ότι αν πέσεις σε μποτιλιάρισμα μπορεί να χρειαστεί να περιμένεις και ώρες, για να το διασχίσεις. Οπότε θα έλεγα αν θελήσετε να το οδηγήσετε κάντε το, μόνο τα άγρια χαράματα… Γιατί αλλιώς θα σας βρεί ξινό! Τώρα αν αξίζει, ναι αλλά μόνο τα χαράματα. 


Ξανακατέβηκα προς την λίμνη από την ίδια διαδρομή που είχα ανέβει και αφού βρήκα το κατάλληλο σημείο, άραξα να απολαύσω για μια τελευταία φορά τη θέα από ψηλά.


Και να οργανώσω το ταξιδιωτικό μου πρόγραμμα. .

Η ώρα κοντεύει 11 και να έκανα τον γύρο της λίμνης το είχα απορρίψει προ πολλού για τον φόβο φυσικά, του μποτιλιαρίσματος. Τώρα που να πάω. Πως κοιτάω στο κινητό είχα σημειώσει μια διαδρομή ανατολικά του Τρέντο στο Google και μιας που δεν ήξερα πού στο καλό να πάω, ξεκίνησα τελικά για εκεί! Χωρίς φυσικά να ξέρω, τι θα αντικρίσω. Στα κουτουρού ρε, και ο θεός μαζί μας.

Έκανα κάποια χιλιόμετρα και πάλι παράκτια της  Garda, μέχρι που έφτασα σε ένα κυκλικό κόμβο και αφού  έκανα τέσσερις φορές το γύρο του θριάμβου, βρήκα ευτυχώς τη σωστή διαδρομή και έφυγα καρφί μέσα από επαρχιακούς δρόμους για το Τρέντο.

Ήταν ανήμερα Δεκαπενταύγουστου και τα πάντα ήταν κλειστά. Μα τα πάντα! Δεν υπήρχε ανοιχτό ούτε βενζινάδικο (Δεν ήξερα ότι και στην Ιταλία είναι τόσο μεγάλη αργία) Και είχα ένα άγχος να το πω, να βάλω βενζίνη σε ώρα μη λειτουργίας των πρατηρίων μην γίνει καμία βλακεία με την κάρτα.

Προσπερνάω το Τρέντο και  συνεχίζω την διαδρομή SS12 που είχα σημειωμένη στο Google. Μέτρια πράγματα!! (Βασικά καλή ήταν αλλά καμία σχέση με όσα είχα ήδη διανύσει στις διακοπές μου) Μιλάμε στράβωσα!

 

Βρίσκω ένα παγκάκι κάτω από ένα μνημείο αράζω να πιω καφέ και να δω, επιτέλους τι στο καλό θα κάνω. Κοιτάζω το Google και ανακαλύπτω ένα ξεχασμένο χάρτη που είχα κατεβάσει οταν είχα πάει στη Σικελία, με όλα τα πασα  της γειτονικής χώρας. Κοίτα να δεις!

Το μελετάω και βλέπω ότι για να πάω να κάνω κάποια περάσματα που με ξέφυγαν, θα έπρεπε να ανέβω πάνω από 150 km βόρεια από εκεί που βρισκόμουν… Και για να πω την αλήθεια, βαριόμουν κιόλας! Ρε Νίκο που θα πας πάλι, τόσο που είδες δε σε φτάνουν!! Και αν πας θα αξίζουν, ή θα είναι κατά πολύ υποδεεστέρα από αυτά που έχεις δει ήδη! Ε ρε γαμώτο θέλω να πάω όμως! Έτσι όμως θα χάσω το σημερινό καράβι και θα γυρίσω κλασικά κομμάτια στη Θεσσαλονίκη Σάββατο απόγευμα και την Κυριακή, θα πάω με την μία στη δουλειά! Μαλακία είναι όμως να μην πάω.

Όλο το σκεφτόμουν και τα τσιγάρα δεχόταν το ένα πίσω το άλλο… Όταν με χτύπησε μια σκέψη πραγματικά καταλυτική για την απόφαση μου και πήρα την Ανθη τηλέφωνο.

– Ανθή το σκέφτηκα, τελικά σήμερα θα πάω Βενετία για το καράβι.
– Πως και έτσι.
 – Κοίταξε να δεις και χόρτασα και κουράστηκα και βαρέθηκα αλλά και, θέλω να ταξιδέψω! Αλλά ξέρεις τι σκέφτηκα
– Τι.
– Ρε Ανθή τόσο άγχος έβγαλα για αυτό το ταξίδι… ΜΑ ΤΟΣΟ ΑΝΧΟΣ!!! Με ηλεκτρολογικά θέματα καπνούς στο μηχανάκι, χαλασμένες ταπες!! Πεσίματα προβλήματα στο κλειδί εξαφανισμένα φρένα… Και όλα τελικά πήγαν καλά! Να το ρισκάρω όλα αυτά για μία έκτακτη, παραπάνω μέρα διακοπών… ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ!!!!!!    
– Ε ναι.
– Άσε μη γίνει καμιά μαλακία στο τέλος και μας βγει τελικά, το ταξίδι ξινό. Τα ξημερώματα παίρνω το καράβι και Παρασκευή απόγευμα, έρχομαι σπίτι.
– Γιούπι.

 Έτσι αφού πήρε τελικά απόφαση το τι θα κάνω (Αμήν!) Γνώριζα πλέον και το που θα πάω…

Βέβαια προτού να γίνουν όλα αυτά...    



Με το που βρήκα καφετέρια πλημμυρισμένη από μηχανόβιους έκανα μια στάση για να χτυπήσω και ένα σνίκερς… 



Και αφού στάνιαρα ανέβηκα το πάσο Mangen  που μαζί με το Gavia θα έλεγα, ότι ήταν το πιο δύσκολο και πιο μάχιμο πάσο που έκανα σε αυτές τις διακοπές (Να το κάνετε αν βρεθείτε κατα εκείνα τα μέρη… Είναι πραγματικά απίστευτο)

Με ένα θεόστενο δρόμο να σκαρφαλώνει το βουνό κάτω από τις φυλλωσιές των δέντρων και τις πολύ κλειστές φουρκέτες να διαδέχονται κατά ριπάς, η μία την άλλη.


 Μέχρι που έφτασα στην κορυφή.


 Όπου είχε και μια μικροσκοπική λίμνη.


Αλλά ο βάναυσος αέρας δεν με άφησε να την απολαύσω, όσο θα ήθελα.




Κατέβηκα το βουνό...



 Και με το που βρήκα παγκάκι.


Ξέρετε!



Εκεί ήταν ένα συνομίληκο ζευγάρι (Εφηβοι δηλαδή) όπου είχαν απλώσει τα καρεκλάκια τους στο βουνό και έκαναν, ηλιοθεραπεία κάτω από τον ήλιο.


Φυσικά είχαν πάρει όλο το παγκάκι επ ωμου αλλά με το που τους ρώτησα, με παραχώρησαν μια θέση και φυσικά, προθυμοποιήθηκαν να με κεράσουν και μπύρα.

– Όχι οδηγάω! 
Βρε ευτυχώς δε λες που δεν ήταν  τα ανίψια μου εκει, γιατί θα τους  εκτελούσαν.
Και με πιάσαν συζήτηση φυσικά στα ιταλικά χωρίς εγώ να καταλαβαίνω, Χριστό απ' όσα με λένε!! Κουνούσα το κεφάλι μου εγω, λέγαν αυτή. Πετούσα ένα yes εγώ, παιρναν φορα αυτή!!  Ρε τι τους ποτίζουν στην Ιταλία!

Ξεκίνησα. 


Χτυπάω μία κόντρα στο δρόμο. 

3...2...1...RACE!!


Και αφού άδειασε από τη μάχη το ρεζερβουάρ, πάω να βάλω βενζίνη σε κλειστό βενζινάδικο. 

Τοποθετώ την κάρτα στο μηχάνημα, με λέει δεν έχω λεφτά! Και δεν έπαιρνε μετρητά… Οχι ρε γαμώτο μείναμε ρέστη, μα καλά πως!! Αλλά τελικά όταν γύρισα στην Ελλάδα, ειδα ότι είχα πάνω από 200 € στη κάρτα! (Είναι δεύτερη φορά που μου συνέβη αυτό, μια το έπαθα στη Σικελία και μία εκεί στο βενζινάδικο. Τώρα γιατί συμβαίνει αυτό δεν γνωρίζω, μήπως έχει κάποιο θέμα η Eurobank… Τι να πω!!!  Αλλά πρέπει να το ψάξω γιατί αν δεν έχεις τα απαραίτητα χρήματα μαζί σου σε άλλη κάρτα, η σε μετρητά... Εμπλεξες)

Πάω σε άλλο βενζινάδικο να πληρώσω στο μηχάνημα με μετρητά, καλά μέχρι να βγάλω άκρη μάτωσα! Και δεν ήταν κανείς εκεί να με βοηθήσει. Έβαλα το δεκάρικο πάτησα ok, αλλά βενζίνη γιοκ!! Πω πώ μιλάμε ήμουν έτοιμος να ανατιναχτώ!! Τελικά ήρθαν κάποιοι ιταλοί πάτησαν κάποια διαδοχικά κουμπιά και γέμισα. Αλλο πρόβλημα και αυτό, γι' αυτό καλύτερα να φούλαρε εν ώρα λειτουργίας των πρατηρίων.


Αφού είχα βενζίνη που οριακά μου έφτανε μέχρι τη Βενετία ανέβηκα μία και το πάσο Brocon.


Που θα ήταν και το τελευταίο αυτών των διακοπών.


Χωρίς όμως να είναι τίποτα το ιδιαίτερο, από φυσική ομορφιά.


Αλλά από μηχανές, έβλεπες τα πάντα!
 

Είχε και άλλους δρόμους που σε οδηγούσαν πιο μέσα στο βουνό


Αλλά εγώ προτίμησα να χτυπήσω ένα Κ χαζευοντας το καμαρι μου

 
   
Και μετεπειτα να κατηφορίζω μέσα από δασικούς  δρόμους



Προς την Βενετία.


Εκεί είδα μπροστά μου πινακίδα για το πασο Crose d Aune αλλά επειδή δεν ήθελα να με πιάσει νύχτα στο δρόμο, το αγνόησα(Αν και με πόνο) Συνεχίζοντας την πορεία μου.



Μέχρι που έφτασε μία ακόμη πανέμορφη λίμνη


Όπου άραξα να ξεκουραστώ λιγάκι


Παίρνοντας μαζί μου τις τελευταίες εικόνες από τις Άλπεις.


Που θα της θυμάμαι για χρόνια ακόμα.

Και αφού ξεκίνησα βγαίνοντας βαθύ απόγευμα στην εθνικη, προσέγγισα το λιμάνι της Βενετίας…

Κλασικά και σήμερα όλη η μέρα μου ήταν στον δρόμο χωρίς να βάλω μπουκιά στο στόμα και σκεφτόμουν, με το που φτάσω στο τεράστιο βάση λογικής λιμάνι κάπου να φάω κάτι αλλά να πιω και κανένα καφέ, για να σκοτώσω την ώρα μου έως τα χαράματα που θα σαλπάραμε για Ελλάδα.

Φυσικά επειδή είμαι παθών κάνοντας zoom στον Τομ τον έβαλα να με οδηγήσει εκει που αναχωρούσε η ακτοπλοϊκή γραμμή για την Ελλάδα, ώστε να μην έχω πρόβλημα να βρω την πύλη απόπλου… Ναι καλά! Τελοσπάντων μετά κόπων και βασάνων με οδηγάει μέχρι το κεντρικό λιμάνι και μόλις είπα Αμην, με λέει να στρίψω από πάρα πολύ μικρούς τοπικούς δρόμος προς άγνωστούς προορισμούς!!

Να οδηγάω χωρίς ίχνος ζωή πουθενά και συνεχίζοντας την πορεία μου να αναρωτιέμαι, που στο καλό με πάει… Μπα μάλλον λάθος πάω! Τώρα να γυρίσω πίσω, καλά πάμε μπροστά και βλέπουμε. Σε κατάσταση απελπισίας φτάνω σε ένα ερημωμένο εστιατόριο, τους ρωτάω.

– Καλά πας!

Ευτυχώς! Συνεχίζω όταν ο Τομ με λέει να στρίψω μέσα από μία ξεχασμένη από το θεό πύλη. Μπαίνω μέσα με το μηχανάκι στρίβοντας αριστερά και βλέπω πολλά σταθμευμένα κοντέινερ στο αχανές χώρο του λιμανιού, μπα εδω θα είναι το εμπορικό λιμάνι. Αρε Τομ πάλι από που νάνε με πας!

Συνεχίζω και βλέπω μία κάπως κεντρική πύλη… Να το ρε το βρήκα!! Την περνάω πραγματικά ανακουφισμένος και φτάνω σε ένα κάμπινγκ, ουπς! Ρωτάω κάτι ιταλούς ανάμεσα από δεκάδες παιδιά που παίζαν ποδόσφαιρο.

– Ναι για το λιμάνι ευθεία.

Πάω να μπω στο κάμπινγκ, καλά μέσα από το κάμπινγκ θα πάω Ελλάδα και γύρισα πίσω. Βλακείες με λένε! Βρήκα ένα κάτι  σαν γραφείο προς ενημέρωση των χαμένων ελλήνων και με λένε, ότι τελικά θα πρέπει να περάσω από την πύλη που είχα πάει πιο πριν αλλά στρίβοντας αριστερά. Φτάνω περνάω πολλά κοντέινερ, καλά με εμπορικό καράβι θα γυρίσω στην Ελλάδα!! Μέχρι που εφτασα σε ένα απομονωμένο μικρό οίκημα που τελικά αποδείχτηκε, ότι από εκεί θα σάλπαρα για Ελλάδα! Πω πώ απομονωμένος από τον κόσμο μας έχουν! 


Τι λέγαμε να πάμε πουθενά και να πιούμε κανα καφέ, άκυρο! Δεν είχε τίποτα παρά μόνο μία καντίνα στην αυλή του χώρου και ένα μισοάδειο αυτόματο πωλητή προϊόντων, μέσα στα εκδοτήρια… Μια χαρά! 



Πρέπει να ήταν κατά τις εννιά όταν πήγα έκοψα εισιτήριο και άκουσα τους επιβάτες να διαμαρτύρονται, για την καθυστέρηση του πλοίου. ΩΧ!! Μιλάμε να ωρύονται, κι εμείς τι θα κάνουμε με τόση ώρα καθυστέρηση! ΩΧ!!

– Πότε φεύγουμε ρε παιδιά.
– Αντί για τεσσεράμισι τα ξημερώματα πέντε.
O MY GOD TRAGIK!!

Ρώτησα φυσικά αν έχει πουθενά κάπου να φάω.

– Μόνο στην καντίνα που έχει έξω.

Μάλιστα! Άντε να δούμε πως θα περάσει η ώρα. Πάω στην καντίνα παίρνω ένα νερό να πιω Κ και μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, να έχω μελανιάσει από τα κουνούπια. Μιλάμε για κουνούπια βρυκόλακες αφού με τρυπούσαν και πάνω από το μπουφάν και φυσικά εξαφανίστηκα με ελαφριά πηδηματάκια. Εκει θυμήθηκα τους νταλικέρηδες στο καράβι ερχόμενος για Ελλάδα ότι με είχαν, προειδοποιήσει για τα ανθρωποφάγα έντομα …Τελικά ειδες όλα τα ξέρουν!!

Πάω στο αυτόματο μηχάνημα προϊόντων δεν είχε σχεδόν τίποτα



Αγόρασα κάτι κράκερ να φάω με τα λουκάνικα που κουβαλούσα από τη Γερμανία.


Αλλά τα πέταξα γιατί ήταν σκέτο λάστιχο! Τελικά το μόνο προϊόντα που αξίζει να αγοράσεις τέτοιου είδους είναι από τα Lidl, γιατί όλα τα υπόλοιπα απλώς δεν τρώγονται!

Και τελικά ενώ κάποιοι τουρίστες έκαναν κανονικό πικνίκ στην αίθουσα αναμονής

 

Την έβαλα με την κρακεράκια και κάτι καβάτζωμένες νουτελες που είχα από την Ιταλία.

Μπήκα λίγο στο ίντερνετ να σκοτώσω τον χρόνο μου μέχρι που την έπεσα στα καρεκλάκια του χώρου αναμονής και ξεράθηκα στον ύπνο. 

Ξυπνάω κοιτάω δεξιά αριστερά, κάνεις. ΩΧ, λες να έφυγε το πλοίο!!! Βλέπω φρικαρισμένος το κινητό, πέντε παρά. ΡΕ ΛΕΣ!! Τρέχω πανικόβλητος στο μηχανάκι δίνω διαβατήριο περνάω την μπάρα, το καράβι ήταν ακόμα στο λιμάνι… Ουφ παραλίγο!

Και περιμένοντας παρακολουθούσα τη συζήτηση που καναν δύο έλληνες με ένα ολλανδό μηχανόβιο μέχρι να επιβιβαστούν στο καράβι, χωρίς όμως πολύ πολύ να συμμετέχω γιατί ακόμα σκουντουφλούσα από τον ύπνο. Ο ολλανδός πήγαινε να κάνει έκπληξη στη γυναίκα του στην Ιθάκη και οι έλληνες, επέστρεφαν από κάποιο ταξίδι στην Ευρώπη (Δεν θυμάμαι από πού) Κλασικά οι πατριώτες είχαν ένα κάρο αυτοκόλλητα στα μηχανάκια και βλέποντας έναν από το Svalbard χώθηκα και εγώ στην κουβέντα.

– Πήγατε εκεί ρε τσακάλια.
– Ναι.
– Με μηχανές.
– Όχι πηγαίνοντας για Nordkapp φτάσαμε στο  Όσλο και μετά με αεροπλάνο. Εκεί δεν μπορείς να πας με μηχανές. (Βασικά πας αλλά θα σε ξυρίσουν!).
– Πως ήταν.
- Δεν είχε τίποτα, όλο το μέρος ήταν καθαρά για επιστημονικές έρευνες. Αλλά δεν παύει φυσικά να έχει μια ιδιαίτερη ομορφιά. Αφού να φανταστείς οι ντόπιοι απαγορεύεται να κλειδώνουν τα σπίτια τους έτσι ώστε, σε περίπτωση που σε επιτεθεί καμία πολική αρκούδα να έχεις κάπου να προφυλαχθείς. Έκανα βέβαια ναι κλασσική ερώτηση.

– Η Νορβηγία σας άρεσε.

Και φυσικά πήρα την κλασική απάντηση.

Επιβιβάστηκα στο πλοίο πάρκαρα το μηχανάκι.


Σκεπασμένο πάντα ( μήπως είμαι υπερβολικός!)


Δίπλα σε θηρία που δεν έχουν ανάγκη από τέτοια. 

Ανέβηκα προς τα επάνω και πως βλέπω, αυτή τη φορά ταξιδεύαμε καράβι υπερπαραγωγή. Αυτό φυσικά γιατί μετέπειτα θα κάνανε στάση στην Ανκόνα γιατί αλλιώς, κλάφτα!

Βγήκα στο κατάστρωμα είχε πισίνα με δεκάδες αραδιασμένες ξαπλώστρες και σε μία από αυτές, φορώντας τα γάντια και το σκούφο… Ξανακοιμήθηκα.

Ημερα 18 Τεταρτη 16 - 08 - 2018

Με το που άρχισε να ξημερώνει ξύπνησα και είδα την ανατολή του ήλιου.


Μετά βέβαια προσπάθησα  να  την ξαναπέσω αλλα με το που άρχισε ο ηλιος να βαράει, που να κοιμηθώ.


Και άραξε για καφέ.

Μέχρι που μετά από κάποιες ώρες φτάσαμε Ανκόνα.


Όπου έγινε η αποβίβαση των βαρβάρων!

 

Και με το που ξεκινήσαμε βρήκα ένα τραπέζι με μία σκιά και ούτε που ξανασηκωθηκα απο εκεί. Γιατί αν έφευγα άντε ξανά βρες το!


Έφαγα οπως πάντα ένα υγιεινό μεσημεριανό.


Άκουγα μουσική στο κινητό και όταν κουραζόμουν κοιμόμουν, όταν ξυπνούσα χτυπούσα ένα Κ… Μπας και πέρασει αύτη ήμερα.

Μέχρι που έφτασε απόγευμα και είπα να πάω στο εστιατόριο του πλοίου, μιας και είχα αρχίσει να έχω παραισθήσεις από τη πεινα. Κλασικά έδωσα τη θέση μου στους γείτονες να μου την προσέχουν και πάω στο self service να περιμένω, πρώτος στην ουρά! Πάει εφτά περιμένω να ανοίξει και όταν με το καλό εφτά και, ανοίγουν επιτέλους οι πόρτες βλέπω, ότι περίμενα στο γκουρμέ εστιατόριο…FACK!!! Άντε και καλή υπομονή μου, στην ουρα  τώρα.

Μέχρι που μετά από κανένα μισάωρο πήρα τη μακαρονάδα με κιμά να χείρας και σε πρώτο τραπέζι πίστα, μέσα σε δευτερόλεπτα την εξαφάνισα. Γυρνάω στο τραπέζι μου στο καταστρωμα και βλέπω, ένα συνομίληκο ζευγάρι να κάθεται στην θέση μου! Και να κατεβάζει κρασιά.

– Φίλε αυτή η θέση είναι δικιά μου… Στα αγγλικά τώρα αυτά
- Και ποιος είσαι εσύ να καπαρώνεις την θέση.

Πετάγεται ο γείτονας.

– Του είπα ότι κάθεσαι εσύ εδώ.

Μιλάμε έφαγα ένα στράβωμα. 

– Φίλε επειδή είμαι μόνος για να πάω να φάω ή να πάω στην τουαλέτα, αφήνω σε κάποιον στη θέση μου για να την ξαναβρώ όταν θα γυρίσω πίσω.
– What!.

Πω πω μου βγήκαν τα μάτια έξω…  Τελικά ο γείτονας με παραχώρησε μια καρέκλα της οικογένειας του που έλειπε εκείνη τη στιγμή και ψιλο ηρέμησα. Έκανα ένα δυο τσιγάρα με τον καπνό να μου βγαίνει από τα αυτιά και τότε πετάγεται ο κλέφτης.

– Από που είσαι.  
- Από Ελλάδα εσύ
– Ελβετία (Κοίτα να δεις, που θα μάλωνα με  Ελβετό)
-  Έχεις δίκιο με λέει κατάλαβα τι εννοούσες
– Δεν πειράζει την ερωτεύτηκα την χώρα σου.
– Όμορφα είναι.
– Στην Ελλάδα πόσες μέρες θα κανεις  διακοπές.
— Δύο μήνες και θα κινηθούμε στη Στερεά Ελλάδα. Πέρυσι πάλι κατεβήκαμε στην Πελοπόννησο και λέγαμε σιγά, σε δύο μήνες θα γυρίσουμε την Ελλάδα και μετά θα φύγουμε Τουρκία και τελικά, μόνο στην Πελοπόννησο μείναμε!! Κάναμε παρέες γνωρίσαμε φίλους, ρε σαν την Ελλάδα δεν έχει!.
– Σε ξενοδοχείο.
– Όχι με αυτοκινούμενο είμαστε, ρε σαν την Ελλάδα δεν έχει (Το καταλάβαμε!!) Οπου θες να πας μένεις και λογαριασμό δε δίνεις!! Σε βλέπει οι αστυνομία να κοιμηθούμε εδώ, φυσικά!! Δεν σε ενοχλεί κανείς… Η μόνη που σε φοβίζουν είναι τα κάμπινγκ λέγοντας, ότι αν σε πιάσουν θα σου βάλουν 300 € πρόστιμο. Για να σου παρουν τα λεφτα. Αλλά στην Ελλάδα, δεν σε ενοχλεί κανείς! (Το ότι ημαστε ψιλο μπουρδ… σαν χωρα μην νομιζετε, και οι ξενοι το ξερουν!!)

Πιάσαμε συζήτηση οικονομικού περιεχομένου.

– Πόσα λεφτά παίρνει ένας ελβετός στην τράπεζα, ασπουμε.
– Μετά τον πρώτο χρόνο μπορεί να φτάσει στα 8000 € το μήνα!.
– Όσο περνούν στην Ελλάδα τον χρόνο… Ναι αλλά το ενοίκιο πόσο κοστίζει.
– Στη Ζυρίχη για ένα μικρό διαμέρισμα ξεπερνάει τα 3000 € το μήνα.

Τα παραδείγματα φυσικά έδιναν και έπαιρναν αλλά μόλις του είπα πόσα ευρώ παίρνω την ώρα στη δουλειά μου, ένιωσα να του τρίζουν τα δόντια.  

-  OH MY GOD

Αφού με χτύπησε και συμπονετικά την πλάτη.

Η διαφορά μας σαν λαοί πάντως είναι ότι οι ελβετοί, κάνουν ένα μήνα αποταμίευσης του μισθού τους περνάνε άνετα δύο μήνες διακοπές, σαν βασιλιάδες στη χώρα μας Ενώ εμείς αν κρατήσουμε τον έναν μισθό μας την Ελβετία, την βλέπουμε μονό από το Google Maps.

Μιλήσαμε αρκετά και αφού η ώρα πέρασε, αυτή πήρα να φάνε και εγώ να δω το ηλιοβασίλεμα από το καράβι. 
 

Αλλά φυσικά να περπατήσω και λίγο γιατί είχε πιαστεί ο κώλος μου, ολη μερα στην καρέκλα.

 Όταν νύχτωσε για τα καλά βρήκα μια ξαπλώστρα και την έπεσα λιγάκι μιας και τα χαράματα, μετά από 15 μέρες θα επέστρεφα Ελλάδα.

Ημερα 19 Πεμπτη 17 - 08 - 2018

Ξύπνησα κατά τις τέσσερις και μπουσουλώντας από τη ζαλάδα, εκατσα  στα τραπέζια του καταστρώματος να πιω ένα τελευταίο βαπορίσιο καφέ. Παραδίπλα μου ήταν μια παρέα από δυο συνομήλικους μηχανόβιους ο ένας, έλληνας  της διασποράς από το Μόναχο και ο άλλος, βούλγαρος που έμενε τα τελευταία χρόνια μόνιμα στην Αγγλία και κάνοντας αρχικά ένα τουρ στην Ισπανία, γυρνούσε στην πατρίδα του για διακοπές.

Και πιάσαμε συζήτηση μέχρι  να δέσει το καράβι αρχικά με τον έλληνα.

– Παρέα είστε παλικάρια.
– Όχι εδώ γνωριστήκαμε.
– Επειδή φοράτε και οι δύο στολή alpinestars. Γαμάτο μπουφάν πάντως.
– Όχι έτυχε! Το μπουφάν είναι το τελευταίο μοντέλο της εταιρείας που κοστίζει 1200 € και μόλις γυρίσω στο Μόναχο, θέλω να βάλω και τον αερόσακο κόστος 800 ( Τι μπουφαν είναι αυτό και που κοστίζει όσο το φειζερ!) Τι οδηγάτε.
– Εγώ ένα Cbr 600 και ο βούλγαρος το 1000.
– Και δεν πιάστηκε ο κώλος σας.  
- Λίγο! Κατέβηκα από Μόναχο Ίνσμπρουκ και με ξέσκισε στη βροχή ενω στη γέφυρα, από την ομίχλη δεν έβλεπα τίποτα.
– Γέφυρα που έχει γέφυρα, γιατί οταν ανέβηκα και εγώ Μόναχο έκανα την ίδια διαδρομή.
 – Σε κάποια φάση δεν σταμάτησες να πληρώσεις διόδια.
– Ναι (Εκεί που έβριζα).
– Είναι η μεγαλύτερη γέφυρα της Ευρώπης που συνδέει Αυστρία και Γερμανία και χτιζόταν την οι Γερμανοί, την κατασκεύασαν έτσι που ούτε καταλαβαίνεις ότι διασχίζεις γέφυρα.
– (Οπότε χαλάλι το βρισίδι!)

 Μιλάμε ο έλληνας πυροβολούσε κατέβασε 5000 λέξεις το δευτερόλεπτο… Και που μένεις στη Θεσσαλονίκη, Αυτόν τον ξέρεις τον άλλον τον ξέρεις, εκεί σύχναζες!! Μιλάμε με τον τάδε έχουμε κάνει κάτι σούρες!! Και από που είναι η γυναίκα σου στο Μόναχο, παίζει να πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο!! Για πες αυτούς τους ξέρεις από Γερμανία… Στο English garden πήγες, ξέρεις ότι είναι το μεγαλύτερο πάρκο μέσα σε πόλη στον κόσμο. Μεγαλύτερο και από της Νέας Υόρκης που αν το περπατήσεις, σε βγάζει μέχρι έξω από το Μοναχο… Που είπες ότι πήγες διακοπές

Ο Χριστός και Παναγία μιλάμε πήγα να χτυπήσω αναρρωτική, την τελευταία μέρα των διακοπών.

Βέβαια στις συζητήσεις έπαιρνε μέρος και το παλικάρι από τη Βουλγαρία.

- Μένεις καιρό στο Λονδίνο.
— Δυο, τρία χρόνια.  
– Και πώς είναι η ζωή εκεί  
– Καλά είναι αλλά έχει πολύ ακριβά ενοίκια. Μένω σε ένα σπίτι με τέσσερις συγκατοίκους και πληρώνω, 500 £ το μήνα.
– Πόσο όμως πληρώνεστε.
– Γύρω στα 2000.
– Μια χαρά!  Ρε φίλε με το Cbr πως μετέφερες τα πράγματά σου.
– Έχω πλαϊνές υφασμάτινες βαλίτσες.
– Και κάθε φορά  τις κατεβάζεις από το μηχανάκι.
– Τρελός είσαι!!! Μια φορά έκανα το λάθος να της κατεβάσω την πρώτη μέρα του ταξιδιού και έκανα, μιάμιση ώρα για να της ξαναβάλω πίσω.
– Από Αγγλία  πως ήρθες, από το τούνελ.
-  Όχι με καράβι, δεν υπάρχει λόγος άσε που είναι και πανάκριβο.
– Σκοτια πηγές.
– Όχι

Κοίταξε να δεις, πάντα ότι έχεις δίπλα σου απαξιοίς να το γνωρίσεις.

Φτάσαμε στο λιμάνι  φυσικά γνωριστήκαμε και είπαμε, να ταξιδέψουμε παρέα. Ο Γερμανός προς Λάρισα ο βούλγαρος προς Βουλγαρία και εγώ, για Θεσσαλονίκη ( Εγώ φυσικά καταλάβα τη δουλειά ότι αποκλείεται να γυρνούσαμε τελικά μαζί, γιατί με  ης αστροφυσικής ταχύτητες που οδηγώ… ΧΛΟΜΟ να με ακολουθήσουν!)

Βέβαια μέχρι να πατήσουμε στεριά έπιασα και μια μικρή συζήτηση με το Κtm που ταξίδευε μαζί με την γυναίκα του.  

- Που πήγατε βρε πατριώτες.
– Ρουμανία και γυρίσαμε μέσω Ιταλίας για Αθήνα.
– Σας έβρεξε.
– Καθόλου στο Βουκουρέστι είχαμε 45 βαθμούς!.

Καλύτερα βροχή και κρύο παρά σαρανταπεντάρια γι' αυτό Ανθή, μην μου έχεις και παράπονο.

Κατεβήκαμε πήγαμε βάλαμε Βενζίνη στο πρώτο βενζινάδικο λέγοντάς μου.

– Παν εσύ μπροστά μιας που έχεις τον πύραυλο.

Και φυσικά μετά από 10 km τους είδα να εξαφανίζονται από μπροστά μου! Ε ναι όρεξη είχα μετά από ένα τέτοιο ταξίδι να ζορίζομαι να τους ακολουθώ.

Μεχρη που εφτασα θεσσαλονικη....


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε ενα σχόλιο