25 Δεκ 2018

Χριστουγεννιάτικη εξόρμηση στα Πιρίν.

Δεν πέρασαν πολλές μέρες από τότε που μου ήρθε να κάνω την γύρα των Πιρίν. Βρήκα μια ευκαιρία εφόσον ήμουν free από δουλειές και πρωί πρωί ξεκίνησα πάντα με επιφύλαξη γιατί δεν ήξερα τι θα με περίμενε όσον αφορά τον καιρό και τις θερμοκρασίες παρ όλο που οι προβλέψεις ήταν ευνοικές.
Τα πράγματα στην αρχή ήταν ζόρικα με την ομίχλη να με συντροφεύει με το που πέρασα τον Άγιο Σύλλα.


Όλη η διαδρομή βγήκε έτσι με την υγρασία να κολλάει στη ζελατίνα μέχρι που έφτασα στο Νευροκόπι όπου η υγρασία έγινε πάγος αναγκάζοντας με να την ξύνω κάθε 10 δευτερόλεπτα.





Στα σύνορα ήταν μέσα στο καμαράκι 4 κουρνιασμένοι αστυνομικοί με μία σομπίτσα αλογόνου οι οποίοι απορώντας πώς βρέθηκα εκεί θέλανε να μου προσφέρουν ζεστό τσάι. Ευγενέστατοι σκέφτηκα και αφού απέρριψα την πρόταση τους, τους ευχήθηκα και συνέχισα μπας και βρω κανά ευήλιο να ξεπαγώσω.




Μετά από ένα διάλειμμα ακριβώς μετά τα σύνορα με τον ήλιο να βαράει, νάσου πάλι το πούσι και με πήγε μέχρι το Gotse Delchev κάνοντας με να ελπίζω πως από κει και πέρα ανεβαίνοντας σε μεγαλύτερο υψόμετρο θα γλύτωνα από την κατάρα. Από Gotse Delchev πήρα τον δρόμο που πάει για Πετρίτσι και μέχρι να πιάσω Dobrotino βρέθηκα σε έναν άλλο κόσμο σαν το αεροπλάνο που πετάει πάνω από τα σύννεφα.






Σε όλη τη διαδρομή δεν κυκλοφορούσε τίποτα εκτός από κανένα απαρχαιωμένο ντιζελοκίνητο που ντουμάνιαζε τον τόπο και με έκανε να δώσω δίκιο στους Βορειοευρωπαίους που θέλουν να τα ξεφορτώνονται κάθε λίγο. Έκανα μία απόπειρα να κατηφορίσω στο συμπαθητικό χωριουδάκι Πιρίν αλλά ο δρόμος ήταν ανήλιος με μεγάλη κλίση οπότε δεν ήταν για ηρωισμούς.



Από κει συνέχισα κατηφορίζοντας μέσα από αμπελώνες για να πάρω το καινούριο κομμάτι του κάθετου άξονα που με πήγε γρήγορα στα στενά της Κρέσνας για να περάσω στο Σιμιτλί και να ξεκινήσω την διαδικασία της επιστροφής. Το μεγαλύτερο κομμάτι μέχρι το Μπάνσκο ήταν ανήλιο με τα χιόνια να κάνουν την εμφάνιση τους όσο ανέβαινε το υψόμετρο.Το ίδιο και η λάσπη με αλάτι.



Φτάνω στο Μπάνσκο και αρχίζω να ανηφορίζω στην πόλη βλέποντας χιλιάδες κόσμο στους δρόμους, μαγαζιά ανοιχτά και Βούλγαρους κράχτες απ`εξω παλεύοντας να πάρουν αυτά που έδωσαν το καλοκαίρι μια και οι περισσότεροι τουρίστες ήταν Έλληνες. Ψάχνω ένα μέρος να αφήσω το μηχανάκι μπας και μπω κι εγώ μέσα στο τσούρμο και μετά από αρκετή ώρα βρίσκω μία εσοχή σε ένα στενάκι που είχε το πάρκινγκ από ένα σούπερ μάρκετ. Το αφήνω και κάνω μία βόλτα για κανά δεκάλεπτο παίρνοντας και ένα σουβενίρ. Μόλις πάω στη μηχανή νάσου πετάγεται ένας κατσίβελος με ένα μπλοκ στο χέρι.
- Ουάν άουρ του λέβα, ουάν άουρ του λέβα.
Αφού τον στόλισα με τα μπινελίκια μου απομακρύνθηκε διακριτικά προστατεύοντας την σωματική του ακεραιότητα μια και έπρεπε να κινηθώ προς το μέρος του για να καταλάβει. Μόλις έφυγα σκέφτηκα ότι μπορεί να ήταν υπάλληλος του σούπερ μάρκετ 😄
Άρχισα να ανηφορίζω προς τις πίστες με προορισμό την Banderiska Polyana μια και ο δρόμος δεν πάει παραπάνω και ήταν υπέροχα.




Ώσπου έφτασα.


Από εκεί και μετά επειδή άρχισε να πέφτει ο ήλιος, δεν με έπαιρνε να κάτσω άλλο οπότε κατέβασμα το βουνό και μια στάση για μπύρα στη ξύλινη μεχάνα πανω στο δρόμο.


Με έπιασε η νύχτα στο Νευροκόπι αλλά το κλίμα ήταν ωραίο χωρίς να έχει πολύ κρύο και η ατμόσφαιρα μοσχοβολούσε καμμένο ξύλο, πράγμα που σε κάνει να βλέπεις την ωραία πλευρά του χειμώνα.


Το πρωί με όλη εκείνη την ταλαιπωρία σκέφτηκα να γυρίσω πίσω αλλά η υπομονή μου με αντάμειψε με μία από τις ομορφότερες διαδρομές!
(Και το σουβενίρ από το Μπάνσκο) 😉

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε ενα σχόλιο